«Συγγραφέας ίσον διαµαρτυρία!»
Είναι αναρχικός
της Δεξιάς; Μάλλον όχι. Είναι όµως οπωσδήποτε ο πιο προοδευτικός...
συντηρητικός ό,τι και αν
σηµαίνει αυτό. Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, που πήρε χθες τη µεγαλύτερη λογοτεχνική
διάκριση στον κόσµο, το Βραβείο Νοµπέλ Λογοτεχνίας, έχει µπερδέψει και τους
κριτικούς και όσους παρακολουθούν τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Στα νεανικά
του χρόνια συµπαθούσε αρκετά το κίνηµα του Φιντέλ Κάστρο στην Κούβα. Οταν πήγε
στο Παρίσι, συνδέθηκε µε τον Ζαν-Πολ Σαρτρ. Αποµακρύνθηκε όµως όταν εκείνος
υποστήριξε την πολιτιστική επανάσταση στην Κίνα, καθώς αυτό ξεπερνούσε τις
αντοχές του. Αρκετά αργότερα, το 1990, θα αιφνιδιάσει ακόµη και όσους δεν τον
θεωρούσαν πια και τόσο αριστερό: έβαλε υποψηφιότητα για πρόεδρος του Περού µε
τους συντηρητικούς του Δηµοκρατικού Κόµµατος. Μάλλον ευτυχώς, γι αυτόν, έχασε. Τον κέρδισε τότε ένας άλλος
πρωτάρης της πολιτικής, ο ιαπωνικής καταγωγής Αλµπέρτο Φουτζιµόρι, ο οποίος
αργότερα θα το σκάσει στην Ιαπωνία για να γλιτώσει από ένα σκάνδαλο.
Τι του έµεινε από όλα αυτά; «Ανακάλυψα τη βαθύτερη πραγµατικότητα της
πολιτικής. Εκεί που βρίσκεις τα χειρότερα συστατικά της ανθρώπινης υπόστασης»,
είπε πρόσφατα. Οι περισσότεροι απέδιδαν το ότι δεν είχε πάρει Νοµπέλ ακριβώς
στη συντηρητική του στροφή, καθώς οι επιλογές της Σουηδικής Ακαδηµίας είναι
αρκετά αριστερόστροφες. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια δεν έµπαινε καν στις λίστες
όσων προβλέπουν και στοιχηµατίζουν κάθε χρόνο για το ποιος θα πάρει το Βραβείο.
Τον είχαν ξεγράψει, αλλά διαψεύστηκαν. Και διαψεύστηκαν γιατί η Ακαδηµία
δείχνει να ενδιαφέρεται για έργα που έχουν ευρύτε ρη θέαση, έναν ευρυγώνιο φακό
στον κόσµο, είναι πολιτικά και κοσµοπολίτικα ταυτόχρονα. Και από αυτά τα
στοιχεία, ο Λιόσα έχει περίσσευµα. Πολιτικοποιηµένος ώς το κόκαλο, έχει φτάσει
να πει ότι «η πολιτική είναι ένας από τους πιο επίµονους δαίµονες που καλλιεργούν τη δηµιουργικότητά του». Και ότι «λόγος ύπαρξης του
συγγραφέα είναι η διαµαρτυρία, η αντίρρηση, η κριτική». Ταυτόχρονα, πριν από
λίγα χρόνια έλεγε, απογοητευµένος από τη διεθνή πολιτική, ότι «η Ευρώπη είναι η
τελευταία ρεαλιστική ουτοπία». Με αφορµή το δηµοψήφισµα για το Ευρωσύνταγµα
σηµείωνε: «Η Ευρώπη µοιάζει να είναι το µόνο µεγάλο επαναστατικό σχέδιο του
δηµοκρατικού πολιτισµού στην εποχή µας. Θα έπρεπε να βοηθήσει τον κόσµο να
αµφισβητήσει δηµοκρατικά την αµερικανική ηγεµονία. Θα έπρεπε να είναι το
αντίβαρο σε έναν κόσµο µονοπολικό, να φέρει έναν υγιή ανταγωνισµό στη διανόηση και
την οικονοµία για την καλή υγεία της ανθρωπότητας. Δεν υπάρχει κανένα άλλο
σχέδιο αυτού του βεληνεκούς. Μέχρι το δηµοψήφισµα, κατάφερνε να συµφιλιώσει την
εκπληκτική διασπορά σε µία γεωγραφική ολότητα µεγάλης εµβέλειας, χάρις σε ένα
πολιτικό σύστηµα ευέλικτο, πλουραλιστικό, όπου κάθε χώρα έκανε παραχωρήσεις
ώστε όλος ο κόσµος να έχει τη θέση του. Αυτό το σύστηµα σήµερα έχει υποστεί
βλάβη, λόγω του διαζυγίου ανάµεσα στην άρχουσα πολιτική τάξη και τον πιο
ευάλωτο πληθυσµό».
Εν τέλει η Σουηδική Ακαδηµία δεν αποµακρύνθηκε και πολύ από τον προσανατολισµό
της. Εξ ου και στην επίσηµη αναγγελία, δήλωσε ότι τον βραβεύει «για τη
χαρτογράφηση των δοµών εξουσίας και τις καυστικές εικόνες της ατοµικής
αντίστασης, εξέγερσης και ήττας».
«Η Ευρώπη µοιάζει να είναι το µόνο µεγάλο επαναστατικό σχέδιο του
δηµοκρατικού πολιτισµού στην εποχή µας», έλεγε µε αφορµή το δηµοψήφισµα για το
Ευρωσύνταγµα
Η Σουηδική Ακαδηµία δείχνει να ενδιαφέρεται για έργα που έχουν ευρύτερη
θέαση, έναν ευρυγώνιο φακό στον κόσµο, είναι πολιτικά και κοσµοπολίτικα
ταυτόχρονα
ΤουΜανώλη Πιµπλή |