ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Η ενωμένη Γερμανία απέναντι στην Ευρώπη (Το Βήμα)


Η ιδέα της κοινής ευρωπαϊκής πατρίδας συγκινεί όλο και λιγότερο τους Γερμανούς για πρώτη φορά μετά τον Πόλεμο

   

Την περασμένη Κυριακή συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από την επανένωση της Γερμανίας. Η επέτειος συνέπεσε με τη χαλάρωση της δέσμευσης της μεταπολεμικής Γερμανίας προς την ευρωπαϊκή ενότητα. Αυτά τα δύο είναι άμεσα συνδεδεμένα.

Οι πολίτες της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας (Ανατολικής Γερμανίας) ήταν οι μόνοι στην Ευρώπη που δεν χρειάστηκε να εκπληρώσουν τα κριτήρια ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Η επανένωση της Γερμανίας τους κατέστησε αυτομάτως πλήρη μέλη της.

Δεν ζητήθηκε τίποτα από τους Ανατολικογερμανούς για να λάβουν αυτό το εξαιρετικό προνόμιο. Ούτε είχαν εκπαιδευτεί γύρω από το ευρωπαϊκό σχέδιο και για τον μοναδικό ρόλο της Γερμανίας, ρόλο βασισμένο στην Ιστορία της, για την οικοδόμηση μιας κοινής ευρωπαϊκής πατρίδας.

Ολες οι άλλες χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ- οι Πολωνία, Ουγγαρία, Λετονία κτλ.- εργάστηκαν σκληρά για την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, τόσο για τα περίπλοκα κριτήρια ένταξης όσο, ενώ πέρασαν χρόνια, και για να μάθουν να είναι «Ευρωπαίοι». Για αυτές τις χώρες, η ένταξη στην «Ευρώπη» ήταν ένας μακρόπνοος στόχος και, τελικώς, ένα μεγάλο επίτευγμα. Η Ανατολική Γερμανία δεν πέρασε ποτέ από αυτή τη μαθησιακή δοκιμασία. Η πτώση του τείχους του Βερολίνου έφερε τους πολίτες της πρώην
DDR αντιμέτωπους με το τεράστιο οικονομικό χάσμα που τους χώριζε από τους Δυτικογερμανούς και με μεγάλο κοινωνικό άγχος. Αυτά τα 20 χρόνια πασχίζουν να πετύχουν την ισότητα με τη Δυτική Γερμανία, αλλά δεν το έχουν καταφέρει ακόμη. Η εξίσου σημαντική ανάγκη αποδοχής μιας κοινής γερμανικής ταυτότητας μιας ευρύτερης Ευρώπης έχει μείνει πολύ πίσω.

Οι Ανατολικογερμανοί χρειαζόταν να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις τους απ΄ ό,τι οι άλλοι ανατολικοί γείτονες, διότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας είχε διδάξει τους πολίτες της, ιδιαίτερα τους νέους, ότι δεν έφεραν κανένα από τα βάρη του παρελθόντος της Γερμανίας. Υποτίθεται ότι όλη η ενοχή βάραινε τη Δυτική Γερμανία.

Είναι λυπηρό, αλλά αυτό το βολικό δόγμα ήταν ευρέως αποδεκτό. Πολωνή ξεναγός που μιλούσε γερμανικά είχε εντυπωσιαστεί από αυτή τη νοοτροπία που παρατηρούσε στα γκρουπ των γερμανών φοιτητών που συνόδευε στη Βαρσοβία στα τέλη της δεκαετίας του ΄80.

Οταν τους ρωτούσε αν ήθελαν να επισκεφθούν το Γκέτο της Βαρσοβίας, οι δυτικογερμανοί φοιτητές απαντούσαν πάντοτε καταφατικά, αλλά οι νεαροί Ανατολικογερμανοί αρνούνταν χωρίς καμία εξαίρεση, λέγοντας ότι «δεν μας αφορά».

Αυτή η νοοτροπία, σε συνδυασμό με τη μακροχρόνια φυσική και κοινωνική απομόνωση της Ανατολικής Γερμανίας, ήταν σε πλήρη αντίθεση με το ανοικτό προς την Ευρώπη πνεύμα που αποτέλεσε το χαρακτηριστικό γνώρισμα των Δυτικογερμανών από τον πόλεμο και μετά.

Τώρα, δύο δεκαετίες αργότερα, οι Ανατολικογερμανοί έχουν ενσωματωθεί στη Γερμανία, αλλά όχι στην Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν ήταν κάτι το οποίο επέλεξαν, ούτε βεβαίως κάτι για το οποίο εργάστηκαν, και έτσι δεν ταυτίζονται μαζί της. Η κοινή ανάληψη των υποχρεώσεων που βρίσκεται στον πυρήνα της ευρωπαϊκής ένταξης παραμένει κάτι ξένο για τους ανθρώπους που βλέπουν την «Ευρώπη» σαν μια απόμακρη και πανάκριβη αφηρημένη έννοια.

Μια νέα γενιά, σε ολόκληρη τη Γερμανία, δεν έχει προσωπικές αναμνήσεις από τον μακρύ αγώνα της πατρίδας τους για να γίνει αποδεκτή ως ένα υπεύθυνο ευρωπαϊκό κράτος, και δεν κατανοεί αρκετά το περίπλοκο σύστημα των συνθηκών που στηρίζουν τη γερμανική εθνική ταυτότητα σε μια ευρύτερη ευρωπαϊκή.

Γερμανοί πολιτικοί από όλο το πολιτικό φάσμα χλευάζουν σήμερα ανοιχτά τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, με κουβέντες που κανένα δυτικογερμανικό κόμμα δεν θα χρησιμοποιούσε πριν από μία γενιά.

Αυτή η εσωστρέφεια έχει τις ρίζες της στην εμπειρία της εθνικής επανένωσης. Το τεράστιο κόστος της έχει κάνει τους Γερμανούς να αποστρέφονται τα έξοδα που απαιτούνται για την οικοδόμηση της ενωμένης Ευρώπης.

Ακόμη χειρότερα, η πολιτική νοοτροπία της Ανατολικής Γερμανίας διαποτίζει όλο και περισσότερο τον δημόσιο πολιτικό λόγο σε ολόκληρη τη χώρα- μια νοοτροπία που στρέφεται κατά των ξένων και είναι εθνικιστική, όχι πατριωτική. Η αντίδραση για την οικονομική κρίση στην Ελλάδα αποκάλυψε έναν νέο γερμανικό τοπικισμό, που είναι ταυτοχρόνως εθνικιστικός και κοντόφθαλμος.

Στην πραγματικότητα, καμία κοινωνία στην Ευρώπη δεν έχει κερδίσει περισσότερα από την ευρωπαϊκή ενοποίηση από τη Γερμανία, η οποία θα έχανε ταχύτατα την ευημερία της χωρίς τις ευρωπαϊκές αγορές.

Μια Γερμανία σε ειρήνη με όλους τους γείτονές της, που θα υποστήριζε μια κοινή ευρωπαϊκή πατρίδα, ήταν το έργο γερμανών ηγετών, από τον Κόνραντ Αντενάουερ μέχρι τον Χέλμουτ Κολ, και είχε σχεδόν καθολική στήριξη από δύο γενιές μεταπολεμικών Γερμανών.

Σήμερα, όλο και λιγότεροι Γερμανοί πιστεύουν ότι η Ευρώπη αξίζει τον κόπο. Κάποιοι φαντάζονται ότι ίσως είναι και εμπόδιο στον δρόμο της χώρας τους. Αυτό είναι επικίνδυνο, όχι μόνο γιατί φοβάται κανείς κάποια νέα στρατιωτικοποίηση της Γερμανίας, αλλά επειδή η Γερμανία παραμένει στην καρδιά της Ευρώπης.

Σε αυτή την επέτειο, είναι πρέπον να υπενθυμίσουμε στους Γερμανούς ότι η χώρα τους μπορεί να ευημερήσει μόνον εντός μιας επιτυχημένης Ευρώπης. Η ενότητα της κάθε μίας είναι ο στυλοβάτης της άλλης.

Ο κ. Γουέν Μέρι υπηρέτησε ως διπλωμάτης και πολιτικός αναλυτής στην πρεσβεία των ΗΠΑ στο Ανατολικό Βερολίνο.


 Ε. Wayne Μerry

 

© 2007 - easyweb team