Τελευταία, έκανα μερικά τεστ προσωπικότητας
στο Διαδίκτυο και οφείλω να ομολογήσω ότι η εμπειρία ήταν απογοητευτική. Οι
ερωτήσεις δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ανούσιες γενικότητες, όπως αν είμαι
«άνθρωπος που έχει την τάση να ασκεί κριτική» στους ανθρώπους (φυσικά).
Δεν υπήρχε καμία πραγματική πρόκληση, όπως η ακόλουθη: Ας υποθέσουμε ότι
πεινάτε πολύ και πάτε στην αγαπημένη σας ταΐστρα. Μέσα εκτός από το καθιερωμένο
μείγμα από φιστίκια και κομμάτια εντόμων, βλέπετε ένα ροζ πλαστικό βάτραχο.
Πόση ώρα θα περάσει μέχρι να βρείτε το θάρρος να φάτε το βραδινό σας;
Κανείς μπορεί να βρεί τέτοια γλαφυρά διαμάντια σαν κι αυτό στον
αναπτυσσόμενο κλάδο της έρευνας της προσωπικότητας των ζώων, στην προσπάθεια να
κατανοήσουμε το λόγο για τον οποίο μεμονωμένα μέλη του ίδιου είδους μπορεί να
παραμένουν πεισματικά ο εαυτός τους σε μια ευρεία γκάμα συμπεριφορών.
Επιστήμονες που μελετούν εκπροσωπους σχεδόν κάθε είδους του ζωικοπυ βασιλείου,
έχουν βρεί στοιχεία ευδιάκριτων προσωπικοτήτων, σύνολα συμπεριφορών
ιδιοσυγκρασιών, προτιμήσεων και επαναλαμβανόμενων ενοχλητικών συνηθειών, που
παραμένουν σταθερά στο πέρασμα του χρόνου.
Οι ερευνητές σήμερα επινοούν υπολογιστικά πρότυπα για να εξηγήσουν τον
τρόπο με τον οποίο οι διαφορετικοί τύποι προσωπικότητας μπορούν να διατηρηθούν
σε ένα δεδομένο πληθυσμό ζώων και διερευνούν τα πλεονεκτήματα και τα
μειονεκτήματα των διαφορετικών προσωπικών στιλ.
Κάποιοι επικριτές του εγχειρήματος λένε ότι ο όρος «προσωπικότητα των ζώων»
είναι παραπλανητικός, ενώ άλλοι εκφράζουν την ανησυχία ότι η όλη προσπάθεια
τους θυμίζει έναν αμφίβολης εγκυρότητας κλάδο της Βιολογίας, τον
ανθρωπομορφισμό, που αποδίδει ανθρώπινα γνωρίσματα σε μη ανθρώπινα όντα.
«Κάποια από τα πρότυπα συμπεριφοράς για τα οποία μιλάμε είναι παραπλήσια με
αυτό που αποκαλούμε προσωπικότητα στα βιβλία ανθρώπινης ψυχολογίας. Επομένως,
γιατί να μη χρησιμοποιούμε τον όρο ‘προσωπικότητα’ και για τα υπολοιπα ζώα;»,
δήλωσε ο Μαξ Βολφ του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ στη Γερμανία.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης αναφέρθηκαν στην ευρύτατη
ανησυχία ότι τα ευρήματα των μελετών της προσωπικότητας των ζώων, που πολύ
συχνά πραγματοποιούνται μέσω της παρατήρησης ζώων σε κατάσταση αιχμαλωσίας,
μπορεί να είναι μόνο εργαστηριακό προϊόν, που έχει ελάχιστη σχέση με τον τρόπο
με τον οποίο συμπεριφέρονται στη φύση.
Παρατηρώντας επί δύο χειμώνες μια ομάδα από
125 παπαδίτσες που προηγουμένως ζούσαν ελεύθερες στη φύση, η Κάθριν Α. Χέρμπορν
και οι συνάδελφοί της εντόπισαν αρχικά την προσωπικότητα του κάθε πουλιού στο
εργασήριο, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον τους σε δύο χαρακτηριστικα: τη
νεοφοβία, δηλαδή τη φοβία για κάθε είδους καινοτομία, και την προθυμία
εξερεύνησης του περιβάλλοντος. Τοποθέτησαν ροζ πλαστικούς βατράχους στις
ταΐστρες των πουλιών και μέτρησαν το χρόνο που χρειάστηκε κάθε πουλί για να
φάει. Όλα τα πουλιά πρόσεξαν το φωτεινό εισβολέα.
«Ήταν ολοφάνερο ότι ταράχτηκαν αφού χοροπηδούσαν εκνευρισμένα μες στο
κλουβί», είπε η Χέρμπορν. Όμως κάποια απ’αυτά ξεπέρασαν γρήγορα το φόβο τους
και άρχισαν να τρώνε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ενώ άλλα παρέμειναν μακριά για
αρκετά λεπτά. Επίσης, οι ερευνητές εμπλούτισαν τα κλουβιά τους με νέα
αντικείμενα και μέτρησαν πόση ώρα χρειάστηκε το κάθε πουλί για να καθίσει στις
καινούργιες κούρνιες και να αρχίσει να εξερευνά τα νέα παράξενα αντικείμενα.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές άφησαν ελεύθερα τα πουλιά αφού πρώτα τους
τοποθέτησαν ταμπελίτσες εντοπισμού, και συνέχισαν να παρακολουθούν τις
νεοφοβικές και εξερευνητικές τάσεις τους, τοποθετώντας μπολ άλλου χρώματος
στους υπάρχοντες σταθμούς τροφοδότησης πτηνών και προσθέτοντας νέες ταΐστρες
αλλού. «Αυτό το κομμάτι της μελέτης ήταν πολύ πιο απαιτητικό, καθώς έπρεπε να
σέρνουμε συνέχεια μπαταρίες» για τον εξοπλισμό εντοπισμού, είπε η Χέρμπορν.
Παρά τις δυσκολίες που προέκυψαν κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, τα
αποτελέσματα ήταν σαφή. Τα πουλιά που δεν πλησίαζαν τους βατράχους όταν ήταν σε
αιχμαλωσία ήταν εξίσου επιφυλακτικά και με τις αλλαγές χρωμάτων εκτός
εργαστηρίου, ενώ οι τολμηροί εξερευνητές στο κλουβί ήταν εξίσου ικανοί να αδράξουν
νέες ευκαιρίες εύρεσης τροφής όταν βρίσκονταν μακριά από τη βάση τους. Τα
πουλιά συμπεριφέρονταν στη φύση ακριβώς όπως και στο εργαστήριο.
Natalie Angier
|