ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Οι παράπλευρες απώλειες των απορρήτων της WikiLeaks (Το Βήμα)

Με τρεις τρόπους μπορούμε να δούμε την υπόθεση της μεγάλης διαρροής των απορρήτων εγγράφων του στρατού των ΗΠΑ για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, που καλύπτουν την περίοδο 2004-2009, και δημοσιεύτηκαν ταυτόχρονα από την ιστοσελίδα Wikileaks, τη βρετανική εφημερίδα «Τhe Guardian», το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel» και την αμερικανική εφημερίδα «Τhe Νew Υork Τimes»: ο πρώτος τρόπος αφορά τις αποκαλύψεις περιστατικών που περιγράφονται στα ίδια τα έγγραφα, ο δεύτερος σχετίζεται με τη στάση των συμμάχων των ΗΠΑ στον πόλεμο και ο τρίτος με την αμερικανική στρατηγική στην περιοχή.

Οι αποκαλύψεις αποτελούν το δίχως άλλο μια μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία, αλλά δεν μας παρέχουν καμία πληροφορία ικανή να αλλάξει την ιδέα που είχαμε ήδη σχηματίσει για την αφγανική σύγκρουση.

Το 1971, η αμερικανική εφημερίδα «Τ
he Νew Υork Τimes» είχε δημοσιεύσει αποσπάσματα από έναν τόμο απόρρητων εγγράφων, τα λεγόμενα Ρentagon Ρapers που έδειξαν ότι ο πόλεμος του Βιετνάμ στηρίχθηκε, από την πρώτη στιγμή, σε λάθος βάσεις.

Τίποτε παρόμοιο δεν μας δείχνουν τα απόρρητα της
WikiLeaks. Αυτή τη φορά, η διαρροή των μυστικών ντοκουμέντων λειτουργεί διαφορετικά. Μαθαίνουμε ότι οι άμαχοι νεκροί είναι πιθανώς περισσότεροι από ό,τι μας λέει ο επίσημος απολογισμός των θανάτων, ότι η διαφθορά είναι πολύ πιο διαδεδομένη από όσο ξέραμε στις αφγανικές αρχές και τέλος, ότι οι μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν παίζουν διπλό παιχνίδι συνεργαζόμενες σε πολλές περιπτώσεις με τους Ταλιμπάν.

Ομως όλα αυτά τα γνωρίζαμε. Περιγράφονταν ήδη στις επίσημες εκθέσεις. Αυτό που πρέπει να εξετάσουμε δεν είναι το περιεχόμενο, αλλά οι πολιτικές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν αυτές οι αποκαλύψεις.

Ως συνήθως, οι δημοσιεύσεις τέτοιου τύπου είναι χρήσιμες για τον προσανατολισμό της κοινής γνώμης. Σε κάθε περίπτωση, προκαλούν συναισθήματα που με τη σειρά τους γίνονται μέρος της πολιτικής πραγματικότητας.

Ετσι, άνοιξαν πάλι συζητήσεις στην Ευρώπη, στις χώρες όπου η κοινή γνώ μη αποστρέφεται εδώ και καιρό και μόνο την ιδέα του πολέμου στο Αφγανιστάν.

Είναι η περίπτωση της Γερμανίας, όπου η παρουσία 5.000 στρατιωτών τίθεται, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, υπό συζήτηση. Με τον ίδιο τρόπο, η συζήτηση αναζωπυρώθηκε στη Βρετανία, χώρα στην οποία η κοινή γνώμη βρίσκεται ακόμη υπό το σοκ του «λάθους» (κατά την έκφραση που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Νικ Κλεγκ ) της συμμετοχής στον πόλεμο του Ιράκ.

Στη Γαλλία η συγκίνηση είναι μικρότερη. Εκτός από την τοποθέτηση ενός σοσιαλιστή πρώην υπουργού Αμυνας, του Πολ Κιλές, ο οποίος ζήτησε την απόσυρση των γαλλικών στρατευμάτων, δεν συνέβη τίποτε που να μπορεί να συγκριθεί με αυτό που ακολούθησε, πριν από δύο χρόνια, τον θάνατο 10 γάλλων στρατιωτών που σκοτώθηκαν σε ενέδρα.

Αλλά τα βλέμματα στρέφονται ακόμη περισσότερο προς τις ΗΠΑ, όπου η δημοσίευση των εγγράφων συνέβη τη στιγμή που πολλαπλασιάζονται οι αμφιβολίες για το σύνολο της αμερικανικής στρατηγικής στην περιοχή.

Υπήρξε εξάλλου μια πολύ έντονη συζήτηση στο Κογκρέσο, η οποία όμως έληξε άδοξα, καθώς αποφασίστηκε με πολύ μεγάλη πλειοψηφία η έγκριση νέων κονδυλίων για τον πόλεμο.

Πολλοί αναρωτιούνται αν οι ΗΠΑ βρίσκονται ήδη σε αδιέξοδο. Πρόκειται, βεβαίως ουσιαστικά για μια στρατηγική που κληρονομήθηκε από τον Τζορτζ Μπους. Ο τελευταίος, θυμόμαστε, είχε επινοήσει την απειλή των όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ για να δικαιολογήσει την εισβολή στη χώρα αυτή, αν και γνωρίζαμε ήδη ότι σημαντικό μέρος των βάσεων της Αλ Κάιντα δεν βρίσκονταν μόνο στο Αφγανιστάν, αλλά και στο Πακιστάν.

Το Πακιστάν παραμένει το επίκεντρο και το μεγάλο αδύνατο σημείο των ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί περιμένουν από τη χώρα αυτή να εντείνει τον αγώνα κατά των Ταλιμπάν.

Αλλά είναι σαφές ότι το Πακιστάν σκέφτεται περισσότερο τι θα γίνει μετά το τέλος του πολέμου στο Αφγανιστάν και προσπαθεί σκληρά να εξασφαλίσει από τώρα τον έλεγχο σε ένα μέρος της χώρας, το οποίο πιθανότατα στο μέλλον θα βρίσκεται ανάμεσα στη σφαίρα επιρροής του Πακιστάν από τη μια μεριά και του Ιράν από την άλλη. Δεν μας εκπλήσσει λοιπόν καθόλου το γεγονός ότι οι πακιστανικές μυστικές υπηρεσίες εξακολουθούν να υποστηρίζουν το σύνολο ή μέρος των Ταλιμπάν, ανακοινώνοντας αραιά και πού κάποιες συλλήψεις για τις οποίες όμως δεν μπορούμε τις περισσότερες φορές να γνωρίζουμε κατά πόσο είναι αληθινές.

Αναγκάζοντας ανοιχτά το Πακιστάν να επιλέξει στρατόπεδο, ο βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον προκάλεσε ένα μίνι διπλωματικό επεισόδιο με το Ισλαμαμπάντ, όπου βρισκόταν σε επίσημη επίσκεψη. Αλλά ο πακιστανικός στρατός έχει μία και μοναδική εμμονή: να εμποδίσει κάθε επιρροή της Ινδίας, ή γενικότερα, κάθε πρόοδο της χώρας αυτής στην περιοχή.

Η κατάσταση στο Πακιστάν από τη μια πλευρά, το ιρανικό αδιέξοδο από την άλλη, η μόνιμη αστάθεια στο Ιράκ: είναι λες και οι πόλεμοι του Μπους είναι φτιαγμένοι για να οδηγήσουν τον Μπαράκ Ομπάμα σε αδιέξοδο.

Αλλά, για να πούμε την αλήθεια, δεν υπάρχει ούτε στις ΗΠΑ ούτε στην Ευρώπη εναλλακτική σκέψη που να οδηγεί σε μια καλύτερη προσέγγιση. Γι΄ αυτό τον λόγο, περισσότερο από παραίτηση παρά από πεποίθηση, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν θα συνεχιστεί ως έχει.

Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «
Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα».

Jean –Marie Colombani


 

© 2007 - easyweb team