ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Καλύτερες λύσεις για τα ορφανά της Αφρικής (Ελευθεροτυπία/The New York Times)

 

ΜΤΣΙΝΤΖΙ, Μαλάουι-Το ορφανοτροφείο «Το Σπίτι της Ελπίδας» προσφέρει στη 15χρονη Τσικοντάνο Λουπάγκα τρία γεύματα την ημέρα, καινούργθες σχολικές στολές, ένα ζευγάρι γερά μαύρα παπούτσια και μια αξιοπρεπή εκπαίδευση.

Η ορφανή ξαδέρφη της, Ζαν, 11 χρονών, η οποία αρνήθηκε να μπεί στο ορφανοτροφείο, μεγαλώνει με τη μεγάλη αδερφή της, χωρίς ρούχα, χωρίς παπούτσια και συχνά, χωρίς φαγητό. Επαναλαμβανόντας την τρίτη τάξη για Τρίτη φορά, η Ζαν δηλώνει ότι πολύ θα ήθελε να είχε μεγαλώσει στο ορφανοτροφείο από το οποίο η Μαντόνα υιοθέτησε ένα αγόρι.

Σε μια χωρα τόσο φτωχή όσο το Μαλάουι, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ιδρύματα συχνά θεωρούνται τυχερά. Μολονότι όμως οι δωρέες από δυτικές εκκλησίες και φιλανθρωπικές οργανώσεις έχουν επιτρέψει τη δημιουργία πολλών ορφανοτροφείων σε ολόκληρη την Αφρική, οι οικογένειες που ενδιαφέρονται για τη πλειονότητα των ορφανών της ηπείρου δεν λαμβάνουν, σύμφωνα με έρυενες σε νοικοκυριά, καμία απολύτως βοήθεια.

Οι ερευνητές υποστηρίζουν τώρα ότι για να βοηθηθούν αυτά τα στερημένα παιδιά, ο καλύτερος τρόπος είναι οι απλές καταβολές χρημάτων- στο πλαίσιο πειραματικού προγράμματος που εφαρμόζεται αυτή τη στιγμή στο Μαλάουι-τα οποία δίνονται απευθείας στις φτωχές οικογένειες που αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών .Αυτό το πρόγραμμα μπορεί να χρηματοδοτήσει οκτώ οικογένειες που φροντίζουν περί τα 24 παιδιά, με κόστος 1.500 δολαρια το χρόνο, όσο κοστίζει η υποστήριξη ενός παιδιού στο Σπίτι της Ελπίδας, λέει η Κάντανς Μίλερ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης και από τους βασικούς ερευνητές του προγράμματος.

Τα ορφανοτροφεία με βάση τους ειδικούς, είναι ακριβά και συχνά βλάπτουν την ανάπτυξη των παιδιών, καθώς τα χωρίζουν απο τις οικογένειες τους. Τα περισσότερα από τα παιδιά που ζουν σε ιδρύματα σε όλο τον κόσμο έχουν έναν από τους δύο γονείς ή κάποιον πολύ στενό συγγενή και συνήθως, μπαίνουν στα ορφανοτροφεία εξαιτίας της φτώχειας.

«Επειδή τα ορφανοτροφεία έχουν χρήματα, πολλοί είναι εκείνοι που φτιάχνουν τέτοια ιδρύματα κατ τα γεμίζουν με παιδιά», αναφλερει ο δρ Μπιτζιβικ Μουαλε, εκτελεστικός διευθυντής της Εθνικής Επιτροπής για το AIDS στο Μαλάουι.

Ο ιδρυτής του Σπιτιού της Ελπίδας, αιδεσιμότατος Τόμσον Τσιπέτα, 80 χρονών, λέει ότι τα παιδιά χρειάζονταν ένα ορφανοτροφείο επειδή οι οικογένειες τους ήταν πολύ φτωχές.

Η φιλανθρωπική οργάνωση της Μαντόνα, Raising Malawi, χρηματοδοτεί σχεδό εξ ολοκλήρου τον προϋπολογισμό του Σπιτιού της Ελπίδας, ενώ υποστηρίζει συγχρόνως κοινοτικά κέντρα τα οποία προσφέρουν τροφή και άλλες υπηρεσίες σε ορφανά που μεγαλώνουν με τις οικογένειες τους, λέει ο εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης Φιλίπ βαν ντεν Μπόσε. Τα ορφανοτροφεία, παραδέχεται, δεν αποτελούν την καλύτερη λύση, είναι όμως απαραίτητα, όταν οι οικογένειες δεν μπορούν ή δεν θέλουν να φροντίσουν τα παιδιά.

Στο βίντεο της Μαντόνα για τα ορφανά του AIDS στο Μαλάουι, με τίτλο «Είμαι επειδή είμαστε», η καλλιτέχνιδα δηλώνει ότι ενδιαφέρθηκε για τη χώρα όταν έμαθε ότι αυτά τα παιδιά «ζούνε παντού, στους δρόμους, κάτω από γέφυρες, κρύβονται σε εγκαταλελειμένα κτίρια, κακοποιούνται, πέφτουν θύματα βιασμού».

Σε όλη την Αφρική όμως τα δημογραφικά στοιχεία δείχνουν ότι ακόμα και οι πιο φτωχές ανάδοχες οικογένειες αναλαμβάνουν παιδιά των οποίων οι γονείς έχουν πεθάνει. Μολονότι το AIDS έχει επιδεινώσει τελευταία το πρόβλημα των ορφανών παιδιών στην Αφρική, ο ΟΗΕ υπολόγιζε πρόσφατα ότι από τα 55,3 εκατ. παιδιά της υποσαχάριας Αφρικής, που έχουν χάσει τουλάχιστον τον ένα από τους δύο γονείς, τα 14,7 εκατ. έμειναν ορφανά εξαιτίας του AIDS.

Η Κοινη Πρωτοβουλία ενάντια στο HIV και το AIDS για την Εκπαίδευση των Παιδιών υποστήριξε ένθερμα φέτος τα προγράμματα που προσφέρουν στις φτωχές οικογένειες περισσότερη οικονομική στήριξη, περιλαμβανομένων των χρηματικών καταβολών όπως το Μαλάουι.

Περισσότερα από 1 δισ. δολάρια ξένης βοήθειας έχουν δαπανηθεί την τελευταία πενταετία για τα ορφανα και ευάλωτα παιδιά, πολλοί μεγάλοι δωρητές όμως δεν γνωρίζουν πώς ακριβώς ξοδεύτηκαν τα χρήματα τους. Ερευνητές επισημαίνουν ότι οι δωρητές θα πρέπει να αποφεύγουν τα αναποτελεσματικά προγράμματα και να ελέγχουν προσεκτικά τα προγράμματα διεθνών μη κυβερνητικών οργανώσεων ή κυβερνήσεων, τα οποία όμως διαχειρίζονται ντόπιοι εθελοντές.

«Ένα τεράστιο ποσό διοχετεύεται σ’αυτές τις προσπάθειες με ελάχιστο όμως αντίκρισμα»λέει η Λίντα Ρίχτερ, υπεύθυνη του προγράμματος της Επιτροπής Ερευνών Ανθρωπινων Επιστημών για τη Νότια Αφρική.

Εδώ στο Μαλάουι, εκατοντάδες κοινοτικές ομάδες εχουν λάβει μικρές χορηγίες για τη δημιουργία μικρών επιχειρήσεων, τα κέρδη των οποίων θα πάνε στα ορφανά. Η Πολίν Πίτερς, ανθρωπολόγος του Χάρβαρντ και η Σούζαν Γουότκινς, κοινωνιολόγος του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, έπειτα από πολύχρονες επιτόπιες έρευνες στα χωριά του Μαλάουι ισχυρίζονται ότι από τα εκατομμύρια δολάρια που δόθηκαν γι’αυτό το σκοπό τα ορφανά παιδιά δεν πήραν σχεδόν τίποτα. «Οι δωρητές φαντάζονται διάφορα για το πως λειτουργεί το όλο σύστημα-πιστεύουν ας πούμε ότι μπορείς να κινητοποιήσεις τους χωρικούς να φροντίσουν παιδιά που δεν είναι δικά τους, χωρίς να τους πληρώσεις», υπογραμμίζει η Γουότκινς.

Celia W. Dugger

© 2007 - easyweb team