Η τριετής πορεία της Ισπανίας προς την Κόλαση (Το Βήμα)
* Ετος
2007: «Η Ισπανία είναι μια ανθηρή δύναμη της οποίας η επενδυτική ικανότητααναγνωρίζεται από τις αγορές σε τέτοιονβαθμό που συλλέγει ξένα
κεφάλαια σε ύψος σχεδόν 160% του ΑΕΠ της».
* Ετος 2010: «Η Ισπανία είναι μια χώρα χειροπόδαραχρεωμένη στο
εξωτερικό με πάνωαπό το 170% του ΑΕΠ της, το οποίο και καθιστά αμφίβολη
την ανάκαμψή της». Μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια, η εξέλιξη των αγορών
άλλαξε τελείως την ανάγνωση δύο σχεδόν ταυτόσημων αριθμών! Ασφαλώς η τάση δεν
αφήνει αμφιβολίες: η εξωτερική χρέωση της Ισπανίας σχεδόν τριπλασιάστηκε από
τότε που υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία (2002). Οι τελευταίοι αριθμοί της
Κεντρικής Τράπεζας της Ισπανίας επιβεβαιώνουν αυτό που φαίνεται να ενδιαφέρει
τώρα τις αγορές: το αυξημένο χρέος της χώρας προς το εξωτερικό. Ολοι οι
αναλυτές συμφωνούν ότι το εξωτερικό χρέος δεν μπορεί να αυξάνεται αιωνίως. Γι΄
αυτό η κυβέρνηση Θαπατέρο έχει υιοθετήσει μέτρα συγκράτησής του. Ομως, η δυσπιστία
των αγορών για την ικανότητα της Ισπανίας να προσελκύει κεφάλαια είναι
υπερβολική. Μια γρήγορη σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες δείχνει αμέσως ότι η
δυσπιστία απέναντι στην Ισπανία είναι άσχετη από τα περίφημα «θεμελιώδη
οικονομικά στοιχεία»: η Πορτογαλία, αλλά και η Γαλλία, η Ολλανδία, το Βέλγιο
και η Αυστρία μεταξύ άλλων, εξαρτώνται από το εξωτερικό σε πολύ μεγαλύτερο
βαθμό από όσο εξαρτάται η Ισπανία. Και, παραδόξως, σύμφωνα με το ΔΝΤ η Ελλάδα
εξαρτάται πολύ λιγότερο από το εξωτερικό από όλες τις χώρες αυτές!
Το προφίλ του εξωτερικού χρέους της Ισπανίας άλλαξε στα τελευταία χρόνια. Το
ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών βρίσκεται στα ύψη (18,5% του διαθέσιμου
εισοδήματος) και οι επιχειρήσεις- εκτός χρηματοπιστωτικού τομέα- αρχίζουν να
μειώνουν τις ανάγκες χρηματοδότησής τους. Είναι μία από τις μεγαλύτερες
μειώσεις που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα. Αντίθετα, το δημόσιο χρέος, που
είχε συγκρατηθεί εξαιρετικά ως το 2007, αυξάνεται με σημαντικούς ρυθμούς. Το
2009 έφθασε το 53% που είναι σχετικά ήπιος αριθμός, αλλά οι αγορές δεν το
εμπιστεύονται. Φοβούνται ότι ένα τμήμα του τεράστιου ιδιωτικού χρέους, που
φθάνει το 220% του ΑΕΠ, θα μετατραπεί τελικά σε δημόσιο χρέος. Για να βελτιωθεί
η εξωτερική εικόνα, τόσο ο ιδιωτικός όσο και ο δημόσιος τομέας υποβάλλονται
τώρα σε θεραπεία αδυνατίσματος. Αλλά το φάρμακο αυτό μπορεί να καταντήσει στο
τέλος δηλητηριώδες. «Είναι πολύ δύσκολο να μειωθεί το επίπεδο του δανεισμού
χωρίς να επηρεαστείη ανάπτυξη» προειδοποιεί ο Βιθέντε Παγιαρντό,
επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Διεθνούς Οικονομικής Συγκυρίας του Πανεπιστημίου
της Βαλένθια. Ο ειδικός αυτός αμφιβάλλει πολύ για το αν οι πιστωτές απαιτούν
τόση λιτότητα. «Δεν είναισαφές ότι οι αγορές χειροκροτούν τις
περικοπές» λέει, καθώς, όπως προειδοποιεί, αν η ευρωπαϊκή οικονομία
παραλύσει, τότε δεν θα μπορεί να εξυπηρετεί τα χρέη της.
Η λύση πουπροτείνει ο Παγιαρντό συνίσταται σε μια διπλή πολιτική: οι
υπερχρεωμένες χώρες να τονώσουν τις οικονομίες τους αντί να τις παγώνουν. Ενας
τέτοιος ενάρετος κύκλος όμως «απαιτεί μεγαλύτερο διεθνή συντονισμό».
Ανάλογη προειδοποίηση δίνει και ο Χοσέ Λουίς Μαρτίνεθ του City, εξηγώντας τον κύριο λόγο καχυποψίας των
αγορών: «Η πραγματική απειλή είναι η έλλειψη ανάπτυξης» . Ο Χουάν Λουίς
Γκαρθία Αλέχο , επικεφαλής αναλύσεων της Ιnversis Βanco, θυμίζει ότι μεγάλο τμήμα των πιστώσεων προς την Ισπανία δόθηκαν για
κατοικίες. Δηλαδή διαθέτουν αντίκρισμα σε περιουσιακά στοιχεία, έστω και
υποτιμημένα τώρα. Αντίστροφα, «η εισροή δανείωνστην κατανάλωση είναι
πολύ μικρότερηαπ΄ ό,τι στον ευρωπαϊκό μέσον όρο».
Ο πυρετός της χρέωσης ακολούθησε μια διαδικασία που ώς τώρα θωρακιζόταν από το
ευρώ, καθώς τα επιτόκια ήταν αρνητικά σε σχέση με τον πληθωρισμό. Το αποτέλεσμα
ήταν το υπερβολικό κίνητρο για δάνεια. Ο Φεντερίκο Στάινμπεργκ, ερευνητής του Ιnstituto Εlcano, σχετικοποιεί τις επιπτώσεις αυτής της
παραμόρφωσης: «Το κόστος χρηματοδότησης του χρέουςείναι πολύ υψηλό,
αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα εξυπηρέτησής του. Είναι λογικόνα πληρώνονται
υψηλότερα επιτόκιααπό τα γερμανικά», έστω και αν αυτό δεν έγινε στην
εποχή ευφορίας. Εν κατακλείδι ο Στάινμπεργκ καλεί σε ηρεμία: «Υπάρχει
υπερβολική καταστροφολογία» συμπεραίνει.