Μια ματιά στο παρελθόν του Ιράκ (Ελευθεροτυπία/The New York Times)
ΒΑΓΔΑΤΗ- Μια ομάδα ξένων επισκεπτών
πραγματοποίησαν πρόσφατα περιήγηση στη Βαγδάτη. Εάν είχε γίνει το ίδιο σε
οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου, κανένας δεν θα το είχε προσέξει. Ωστόσο, στη
συγκεκριμένη περίπτωση, πρόκειται για τη Βαγδάτη, όπου οι βροντές μιας
καταιγίδας που ξέσπασε πρόσφατα είχε πείσει τους ανθρώπους ότι αντάρτες είχαν
εξαπολύσει βόμβες.
Για να εξασφαλίσουν ότι θα επικρατούσε ειρήνη για μερικές ώρες, οι αρχές
παρέταξαν ‘ενα ολόκληρο τάγμα του ιρακινού στρατού, εκατοντάδες αστυνομικούς
και μια ομάδα καταδρομέων των ειδικών δυνάμεων του υπουργείου Εσωτερικών και
στη συνέχεια, απαγόρευσαν την είσοδο σε ένα μεγάλο μέρος της με ιστορική
σημασία παλιάς πόλης της Βαγδάτης.
Η αφορμή ήταν μια εκδρομή που είχαν διοργανώσει 75 αρχιτέκτονες και
πολεοδόμοι από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, το Ιράν, την Ιαπωνία και άλλες χώρες, οι
οποίοι θα παρακολουθούσαν ένα συνέδριο, διάρκειας έξι ημερών με θέμα:
«Συντήρηση των κέντρων των πόλεων του Ιρακ».
Μετά την ομιλία υποδοχής που εκφώνησε ο πρωθυπουργός Νούρι Καμάλ αλ-Μαλίκι,
οι επισκέπτες άκουγαν για μέρες τις διαλέξεις ειδικών στην οικοδομική
αναμόρφωση. Την τέταρτη μέρα, στριμώχτηκαν μέσα σε τρία μικρά λεωφορεία, στα
οποία επιβιβάστηκαν και ένοπλοι αστυνομικό, ενώ μυστικοί πράκτορες σε
τεθωρακισμένα οχήματα προχωρούσαν μπροστά, πίσω και ανάμεσα στα λεωφορεία, για
μια περιήγηση σε αρχιτεκτονικά και πολιτιστικά θαύματα, στα οποία κανένας δεν
είχε άδεια εισόδου εδώ και δεκαετίες και τα οποία φοβούνται να επισκεφθούν οι
Ιρακινοί.
Καθώς τα λεωφορεία περνούσαν γρήγορα από τα σημεία ελέγχου σε γειτονιές που
κανονικά υπάρχει απίστευτη κυκλοφοριακή συμφόρηση, άνθρωποι έβγαζαν το κεφάλι
τους έξω από τα παράθυρα και έδειχναν. Οι πιθανότητες να δουν έναν ξένο εδώ να
μη φοράει στολή ή να μην κρατάει όπλο ήταν ελάχιστες.
«Ποιοι είστε εσείς;» φώναξε ένας οδηγός ταξί.
Όπως όλοι όσοι συμμετείχαν στην περιήγηση, έτσι και ο Μαρκ Σάντος, 49
χρονος αρχιτέκτονας που εργάζεται για το Δήμο της Βαρκελώνης, είπε ότι τον
φόβιζαν οι κίνδυνοι που μπορεί να συναντούσε στη Βαγδάτη, αλλά πήρε το ρίσκο να
έρθει και να δει τι ήταν αυτό για το οποίο μια απαγορευμένη πόλη θεωρούνταν
αξιόλογη.
«Όλα είναι υπό έλεγχο», είπε. «Αλλά υποθέτω ότι αυτό είναι λογικό».
Η πρώτη στάση ‘εγινε στο Πανεπιστήμιο Μουστανσιρίγια, το οποίο λειτούργησε
για πρώτη φορά το 1233, κατα τη διάρκεια της Χρυσής Εποχης του Ισλάμ. Η πόλη
λεηλατήθηκε 25 χρόνια μετά, από τον Χουλαγκού Χαν που ήταν εγγονός του Τζένκις
Χαν και αδελφός του Κουμπλαί Χαν.
Οι περιηγητές ανέβηκαν πολλά σκαλιά για να φτάσουν στη στέγη, Μια νεαρή
γυναίκα προσποιήθηκε ότι πέφτει από εκεί, κάτι που θα θεωρούνταν πρωτοφανής
τρόπος για να πεθάνει κανείς στο Ιράκ.
Στη στέγη, οι στρατιώτες έβγαλαν τις φωτογραφικές τους μηχανές και
τραβούσαν φωτογραφίες μεταξύ τους, χαμογελώντας συγκρατημένα.
Η επόμενη στάση έγινε σε μια αγορά όπου χαλιά, βιβλία, ύφασμα και χαλκός-
αντικείμενα που για πολλά χρόνια ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με την ταυτότητα της
Βαγδάτης-ήταν μεταξύ των ειδών που πωλούνταν.
Στις αγορές όπου πωλούνταν αντίκες και χαλκός, ο ήχος του μετάλλου των
σφυριών αντηχούσε ανάμεσα στα κτίρια, αλλά δεν υπήρχαν αγοραστές και το μέρος
είχε χάσει μεγάλο τμήμα της αίγλης του.
Οι έμποροι πίσω από τους πάγκους τους περιεργάζονταν τους επισκέπτες και ,
ενώ συνήθως ήταν ιδιαίτερα ομιλητικοί, δεν είπαν κουβέντα.
«Αγαπάμε τους επισκέπτες», είπε τελικά ένας μικροπωλητής. «Χρειαζόμαστε κι
άλλους».
Καθώς η περιήγηση έφτανε στο τέλος της, ο Μάικλ Πίρσον, 77 χρονος
αρχιτέκτονας που προέρχεται από οικογένεια τριών γενεών αρχιτεκτόνων του
Λονδίνου, κουράστηκε λόγω της ζέστης. Φορούσε ένα μπλέ κοστούμι με λεπτή ρίγα,
κόκκινο μαντίλι στο πέτο, κόκκινο πουκάμισο και μια κόκκινη γραβάτα.
Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους της ομάδας ο κ. Πίρσον είχε ξαναπάει
στηΒαγδάτη, αλλά από τότε είχαν
περάσει 30 χρόνια.
«Η πόλη μοιάζει εξαντλημένη ύστερα από τρείς πολέμους», τόνισε. «Είναι πολύ
λυπηρό».