Ξεπερνώντας το μίσος (Ελευθεροτυπία/The New York Times)
Ο σύγχρονος κόσμος μας έχει προσφέρει αρκετά για να αντεπεξέλθουμε, ποιος
όμως διαθέτει την ικανότητα να το κάνει;
Η πρόσφατη συναισθηματική φόρτιση που προκλήθηκε από την αποφυλάκιση του
βομβιστη του Λόκερμπι ανέδειξε ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Πώς ξεπερνά κανείς το
πένθος και την οργή;
Η απώλεια είναι κάτι αναπόφυκτο στη ζωή. Όταν όμως είναι τεραστίων
διαστάσεων – μια τρομοκρατική επίθεση σαν αυτή της 11ης Σεπτεμβρίου,
μια κολοσσιαία οικονομική απιστία όπως αυτή του Μπερνι Μάντοφ, η κατάρρευση της
κοινωνικής δικαιοσύνης όπως συνέβη στο Ιράκ ή απλώς ένα οδυνηρό διαζύγιο- η
οργή και η αγανάκτηση που μας κυριεύουν είναι συχνά πιο δηλητηριώδεις από αυτό
καθαυτό το γεγονός.
Υπάρχει άραγε κάποιος τρόπος που θα μας επιτρέψει να αφήσουμε πίσω μας τον
πόνο και να επανεκκινήσουμε τη ζωή μας; Πολλές από τις ιστορίες που συνέλεξα
για ένα βιβλίο μου με τίτλο «Βουδιστικές πράξεις ευσπλαχνίας» συγκλίνουν προς
μια ριζική αλλαγή προοπτικής που θα μπορούσε όχι μόνο να μεταβάλει τον τρόπο
που αντιμετωπίζουμε τέτοια ζητήματα, αλλά και να εμπνεύσει βαθιές κοινωνικές
αλλαγές.
Μια ρήση του βουδισμού αναφέρεται άμεσα σε τέτοιες περιπτώσεις: «Όπως εγώ».
Όπως εγώ υποφέρουν και άλλοι άνθρωποι. Όπως εγώ , και άλλοι επιθυμούν να
θεμελιώσουν την ευτυχία.
Βέβαια, είναι απελπιστικά δύσκολο για μια μητέρα που πενθεί να βρεί
οποιαδήποτε ομοιότητα ανάμεσα στον εαυτό της και στο δολοφόνο του παιδιού της.
Όμως ο εξόριστος Δαλάι Λάμα, θύμα διωγμού και ο ίδιος, δεν έκανε τέτοιου είδους
διακρίσεις όταν επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Αουσβίτς.
Μένοντας άφωνος μπροστά στους σωρούς από παλιά παπούτσια που άφησαν πίσω
τους τα θύματα του στρατοπέδου συγκέντρωσης, έγραψε: «Στάθηκα και
προσευχήθηκα-βαθιά συγκινημένος τόσο από τα θύματα όσο και από τους θύτες αυτής
της τραγωδίας...Και γνωρίζοντας ότι όπως όλοι είμαστε ικανοί να προβούμε σε
πράξεις αλτρουισμού από ενδιαφέρον για την ευτυχία των άλλων, είμαστε όλοι
εξίσουν δυνητικοί δολοφόνοι και βασανιστές, ορκίστηκα να κάνω ό,τι μπορώ ώστε
να διασφαλίσω πως τίποτε τέτοιο δεν θα ξανασυμβεί ποτε».
Η προσέγγιση ενός τέτοιου αγίου συναισθήματος μπορεί να δείχνει εντελώς έξω
από τις δυνατότητες μας κι όμως, σύμφωνα με τις διδαχές του βουδισμού, είναι
δυνατή. Κι αυτό επειδή όταν απαρνούμαστε την προσωπική έννοια του εγώ, αυτό που
προκύπτει φυσιολογικά στη θέση του είναι μια ορθάνοιχτη καρδιά που δεν
αποκλείει κανέναν. Οι βουδιστές πρεσβεύουν ότι αυτή η καρδιά είναι η πραγματική
μας φύση, όχι εκείνη που κάνει μονίμως διακρίσεις και εκδίκηση.
Για να ανακαλύψουν αυτή την ψυχική κατάσταση οι περισσότεροι άνθρωποι
πρέπει να ξεκινήσουν από τα μικρά πράγματα. Η προσευχή ενός αρχάριου στο
βουδισμό σε εμψυχώνει να ευχεσαι ευτυχία σε όλα τα πλάσματα, όχι μόνο σ’αυτά
που αποδέχεσαι. Εάν αυτό φαντάζει αδύνατο , ξεκινήστε απλά προσφέροντας καλοσύνη
στον εαυτό σας. Ένας πανάρχαιος βουδιστικός ψαλμός λέει: «Ας είμαι ελεύθερος
από βάσανα». Στην πορεία επεκτείνετε αυτή την ευχή στα πρόσωπα που αγαπάτε, σε
άτομα που δεν γνωρίζετε και τελικά σε εκείνους που δεν ανέχεστε.
Φανταστείτε αντιπάλους που τους χωρίζει προαιώνιο μίσος να κάνουν κάτι
τέτοιο σπάζοντας το φαυλο κύκλο της εκδίκησης. Όταν ο πόνος είναι ανυπόφορος, ο
βουδισμος προτείνει να αφιερώσει κανείς όλον αυτόν τον πόνο προσφέροντας
ανακούφιση σε όσους υποφέρουν κατά τον ίδιο τρόπο.
Αυτές οι πρακτικές επέτρεψαν στους θιβετιανούς βουδιστες μοναχούς και
μοναχές να υπομείνουν χρόνια ανείπωτων βασανιστηρίων και να επιβιώσουν με
ανέπαφη την ψυχική τους υγεία και όχι μόνο. Ιδιαίτερα για εκείνους που ζουν
στην εξορία, αυτές οι μορφές διαλογισμού τους βοήθησαν να χαράξουν μια νέα
πορεία ζωής.
Οι εξωτερικοί πόλεμοι ξεκινούν από μέσα μας, δίδασκε ο Βούδας. Και όπως
είπε κάποτε ένας θιβετιανός δάσκαλος του διαλογισμού, «όσο αρνείσαι να αλλάξεις
μυαλά, θα υπάρχει πάντα ένας εχθρός που θα θέλει να σε βλάψει».