Αποδεκτός και αποκλεισμένος 100 ΧΡΟΝΙΑ από τη γέννηση του Γιάννη Τσαρούχη (Το Βήμα)
Εκατό
χρόνια από τη γέννηση του Γιάννη Τσαρούχη είναι σπουδαία αφορμή μνήμης,
ασφαλώς. Το πώς τον θυμόμαστε ωστόσο είναι πιο περίπλοκο θέμα. Το Μουσείο
Μπενάκη μάς προσφέρει τον πιο πρόσφορο τρόπο: διοργανώνει μαζί με το Ιδρυμα
Γιάννη Τσαρούχη και το Πολιτιστικό Ιδρυμα της Τραπέζης Κύπρου μεγάλο εκθεσιακό
αφιέρωμα στους χώρους του στην οδό Πειραιώς, από τις 19 Δεκεμβρίου 2009 ως τις
13 Μαρτίου 2010. Πρόκειται για την πρώτη αναδρομική έκθεση έργων του Τσαρούχη
που παρουσιάζεται στην Αθήνα, με σχεδόν τον διπλάσιο αριθμό έργων από την
τελευταία μεγάλη του έκθεση, που είχε διοργανώσει το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης
Τέχνης.
Η έκθεση με τίτλο «Γιάννης Τσαρούχης 1910-1989», την οποία επιμελήθηκε η
Νίκη Γρυπάρη και σχεδίασε η Λίλη Πεζανού, εκτείνεται σε δύο ορόφους του κτιρίου
της οδού Πειραιώς και περιλαμβάνει περίπου 670 έργα, τα οποία ανήκουν σε
μουσεία και ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας και του εξωτερικού. Στο ισόγειο του
κτιρίου παρουσιάζεται το ζωγραφικό έργο, ενώ στον πρώτο όροφο η θεατρική
καλλιτεχνική δημιουργία του Τσαρούχη.
Στόχος της έκθεσης είναι να αναδείξει το πολύπτυχο έργο του καλλιτέχνη, να
παρουσιάσει μια πλήρη εικόνα του πλούσιου ζωγραφικού του έργου (πίνακες,
εικονογραφήσεις βιβλίων κ.ά.), καθώς και της καθοριστικής συμβολής του στο
νεοελληνικό θέατρο (μακέτες σκηνικών, κοστουμιών κ.ά.).
Τόσο γνωστός, τόσο άγνωστος
Η έκθεση αυτή
έρχεται σε καίρια στιγμή- όχι μόνο λόγω της επετείου αλλά και επειδή ίσως στην
Ελλάδα φτάνει μια στιγμή όπου επιτέλους εμφανίζεται η ανάγκη αναθεώρησης του
ιδιότυπου, εσωστρεφούς ιδεολογήματος της ιδιοπροσωπίας, το οποίο η Γενιά του
΄30, σε πείσμα ίσως των αρχικών ή των μύχιων επιδιώξεών της, κληροδότησε στις
κατοπινές γενιές. Ο Γιάννης Τσαρούχης είναι μια σημαντική φυσιογνωμία - όπως
και ο δάσκαλός του, Φώτης Κόντογλου- στην εγκαθίδρυση αυτού του ιδεολογήματος,
με το περίφημο «δίλημμά» του μεταξύ Ανατολής και Δύσης και την άκριτα αποδεκτή
σύνθεση που οδήγησε σε έναν ξεκάθαρα «Ελληνα» ζωγράφο, μορφή παράξενη για τον
μοντερνισμό που αν ήταν κάτι πάνω από όλα, ήταν υπερεθνικός. Σημαντικός λοιπόν είναι,
αλλά κυρίως για τη δική μας τοπική αφήγηση, ενώ το γιατί η σημασία αυτή δεν
διαχύθηκε ποτέ προς την ευρύτερη, την ευρωπαϊκή ή και την παγκόσμια αφήγηση της
τέχνης είναι κάτι που δεν συζητιέται ή αποδίδεται σε συγκυριακούς παράγοντες,
ξένους προς την «ουσία» και την «αξία» του έργου του.
Αλλες πάλι, πιο σκοτεινές, πλευρές της φυσιογνωμίας του Τσαρούχη, όπως η
βάσανος μιας έκδηλης ομοφυλοφιλικής σεξουαλικότητας, που εκδηλώνεται μεν στο
έργο του αλλά καταπιέζεται στον λόγο περί του έργου, συζητούνται ακόμη
λιγότερο, ιδιαίτερα αν σκεφτεί κανείς την επίφοβη σχέση ανάμεσα στην ορθόδοξη
θρησκευτική παράδοση, τη φόρμα της οποίας ο ίδιος τόσο αγάπησε, και στη
σεξουαλικότητά του που τόσο απόλυτα η παράδοση αυτή καταδικάζει. Είναι
γοητευτική περίπτωση αυτή, ενός καλλιτέχνη που είναι ταυτόχρονα τόσο αποδεκτός
και τόσο αποκλεισμένος, τόσο γνωστός και τόσο άγνωστος, είναι όμως σαφές ότι
μια χώρα που δεν μελετά την Ιστορία της αλλά την ανάγει διαρκώς σε οντολογία,
θεοποιεί ορισμένες μορφές, δίχως να συνειδητοποιεί ακριβώς ποιες είναι και τι
πέτυχαν.
Πολυσχιδής καλλιτέχνης Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε το 1910 στον Πειραιά. Από το 1929 ως το 1933
σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, με δασκάλους τον Σπ.
Βικάτο, τον Δ. Μπισκίνη και τον Κ. Παρθένη, ο οποίος τον έφερε σε επαφή με την
ευρωπαϊκή τέχνη, τον κυβισμό και τον σουρεαλισμό. Από το 1931 ως το 1934
μαθήτευσε κοντά στον Φ. Κόντογλου, ο οποίος τον φέρνει σε επαφή με την τεχνική
και τις μεθόδους της αγιογραφίας και τα βυζαντινά μνημεία της Ελλάδας και
επηρεάζει την καλλιτεχνική του αντίληψη, γεγονός που είναι ευδιάκριτο στα έργα
της εποχής αυτής.
Στα χρόνια 1935-1936 ο Τσαρούχης συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, όπου
γνώρισε σπουδαίους καλλιτέχνες της ευρωπαϊκής τέχνης, όπως ο Τζιακομέτι και ο
Ματίς. Παράλληλα, μέσω του Τεριάντ, ήλθε σε επαφή με το έργο του Θεόφιλου. Τo 1938 έκανε την πρώτη ατομική του έκθεση
στην Αθήνα, ενώ συμμετείχε και στην Πανελλήνια Εκθεση. Η δεύτερη ατομική του
έκθεση γίνεται μετά τον πόλεμο, το 1947.
Το 1956 παρουσίασε έργα του, ως υποψήφιος για το βραβείο Guggenheim, στο Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του
Παρισιού και στο Μουσείο Guggenheim της Νέας Υόρκης, ενώ το 1958 συμμετείχε στην Βiennale της Βενετίας. Με τη δικτατορία του 1967
εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου παρέμεινε ως το 1980. Το 1981 διοργανώθηκε από
το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης η πρώτη μεγάλη αναδρομική του έκθεση στο
Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Ο Γιάννης Τσαρούχης, παράλληλα με το ζωγραφικό του έργο, δημιούργησε σκηνικά
και κοστούμια για θεατρικές και μουσικές παραστάσεις, για το Θέατρο Τέχνης του
Καρόλου Κουν, για το Εθνικό Θέατρο, και για τη Σκάλα του Μιλάνου, ενώ
δημοσίευσε και πολλά κείμενα που χαρακτηρίζονται από το ευφυές, καυστικό ύφος
του. Πέθανε στην Αθήνα το 1989.