ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Ιδιωτικός ή κρατικός πολιτισμός; (Ελευθεροτυπία/The New York Times)



 

 

 

ΒΕΡΟΛΙΝΟ- Οι αμερικανοί φιλότεχνοι τείνουν να εξιδανικεύσουν τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις της γηραιάς Ηπείρου επιδοτούν τον πολιτισμό. Μια επίπτωση όμως είναι η έλλειψη ευρωπαϊκής παράδοσης στις ιδιωτικές χορηγίες. Σε πολλές χώρες υπάρχουν κάποια, αν και ελάχιστα, φορολογικά κίνητρα με στόχο την ενίσχυση τους. Στην Ευρώπη όμως ακόμη και η εθελοντική εργασία αντιμετωπίζεται μάλλον επιφυλακτικά: οι διορισμένοι υπάλληλοι τη θεωρούν απειλή και όχι προσφορά για το κοινό καλό.

Αλλά όλα αυτά ενδέχεται να αλλάξουν. Ο σκιώδης υπουργός Πολιτισμού του βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος, Τζέρεμι Χαντ, υποσχέθηκε πρόσφατα ότι αν οι Τόρις αναλάβουν την εξουσία, θα προωθήσουν «μια φιλανθρωπική κουλτούρα αμερικανικού τύπου». Σε ομιλία του ο Χαντ προέβλεψε μια «χρυσή εποχή» φορολογικών ελαφρύνσεων, με στόχο την ενθάρρυνση της ιδιωτικής χορηγίας και τη μείωση των κρατικών επιδοτήσεων.

Στο Παρίσι, οι εργαζόμενοι έκαναν απεργία και έκλεισαν για δύο βδομάδες το μουσείο Pompidou και για αρκετές μέρες άλλα μουσεία, όταν ο πρόεδρος Σαρκοζί, το Δεκέμβριο, εξέφρασε την πρόθεση του να μειώσει την κρατική υποστήριξη στις τέχνες. Ο γάλλος πρόεδρος πρότεινε να μειωθεί, ακόμη και σε ιδρύματα όπως το λούβρο και οι Βερσαλίες, ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων, που στη Γαλλία απολαμβάνουν δια βίου εργασιακή ασφάλεια και γενναιόδωρες συντάξεις.

Το σχέδιο προβλέπει ότι μόνο ο ένας στους δύο δημοσίους υπαλλήλους που συνταξιοδοτούνται θα αντικαθίσταται.

Τα γαλλικά μουσεία, αν θέλουν περισσότερους εργαζομένους, θα πρέπει να βρουν μόνοι τους τα απαραίτητα κεφάλαια.

Ο Ντιντιέ Αλέμ, που εκπροσωπεί το μεγαλύτερο εργατικό συνδικάτο της χώρας, τη Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (CGT) δήλωσε ότι «όσο περισσότερο η κρατική πολιτική θα εξαρτάται από τα ιδιωτικά κεφάλαια τόσο περισσότερο θα εξαρτάται και από τις διακυμάνσεις της αγοράς».

Επιπλέον, τόνισε, «όσο περισσότερο εξαρτιόμαστε από την έξωθεν χρηματοδότηση τόσο λιγότερο θα ελέγχουμε την πολιτική που αυτή θα χρηματοδοτεί». Εδώ, στο Βερολίνο, το σκάω συχνά, για μια-δ[υο ώρες για να επισκφθώ τη Gemaldegalerie, αυτή την πινακοθήκη με τους κλασικούς πίνακες που θεωρείται απο τις καλύτερες του κόσμου. Επειδή όμως δεν βρίσκεται στα συνηθή μονοπάτια που ακολουθούν οι τουρίστες, και επειδή εδώ είναι Γερμανία και όχι Γαλλία, τη βρίσκω σχεδόν πάντοτε άδεια.

Αντιστοίχως, η καλοπροαίρετη γραφειοκρατική αμέλεια διατηρεί ζωντανές δεκάδες γερμανικές όπερες, η πληθώρα των οποίων αποτελεί εθνικό καμάρι για τους Γερμανούς. Συγχρόνως, απαλλάσσοντας αυτές τις ομάδες από τις δυνάμεις της αγοράς, τους επιτρέπει να μη λογοδοτούν παρά στον εαυτό τους. Το αποτέλεσμα είναι στη Γερμανία, να αφθονούν οι κακές όπερες.

Ακόμη όμως και όταν ο υποστηριζόμενος από το κράτος πολιτισμός ξεκινά με φιλόδοξα σχέδια, ο κρατικός μηχανισμός κινδυνεύει να του κόψει τα φτερά. Όπως έγινε στην περίπτωση του Ζορζ Πομπιντού, του γάλλου προέδρου που οραματίστηκε το ομώνυμο μουσείο, όπως έγινε με το διάδοχο του Φρανσουά Μιτεράν που άνοιξε το μουσείο dOrsay και με τον Ζακ Σιράκ που έκανε το ίδιο με το μουσείο Branly, για τους δυτικούς πολιτισμούς. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η πολιτική διαστρέβλωσε τον τρόπο με τον οποίο εκτίθενται τα αντικείμενα, καθιστώντας τα τεχνουργήματα μιας αμφίβολης αναθεωρημένης ιστορίας στο Orsay και, έστω και απρόθυμα, ως εκθέματα ενός αποικιοκρατικού ζωολογικού κήπου στον Branly – επιπλέον, η πολιτική δημιούργησε μουσεία που θυμίζουν εμπορικά πολυκαταστήματα.

Το συμπέρασμα είναι ότι όυτε και στην Ευρώπη το κρατικό πατρονάρισμα αποτελεί πανάκεια. Το ιδιωτικό πατρονάρισμα, αντίθετα, έχει κάποια συγκεκριμένα πλεονεκτήματα. Βέβαια, υπάρχουν όροι. Μια πλειάδα χορηγών, όμως, προσφέρει σ’ένα ίδρυμα μεγαλύτερη ανεξαρτησία και ευελιξία. Στην Ιταλία, όπου τα υποστηριζόμενα από το κράτος μουσεία ασφυκτιούν κάτω από μία αρτηριοσκληρωτική γραφειοκρατία, συλλέκτες και εταιρείες έχουν ιδρύσει ιδρύματα και εκθεσειακούς χώρους τα οποία αποτελούν σημεία αναφοράς για τη σύγχρονη τέχνη.

Οι αμερικανοί διευθυντές μουσείων αναγκάζονται να περνούν τη ζωή τους αναζητώντας χορηγίες, αλλά στις Ηνωμένες Πολιτείες οι κρατικές επιδοτήσεις , που ήταν πάντοτε μικρές, προορίζονται μόνο για συγκεκριμένους τομείς και ενδιαφέροντα.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, η Αμερική θα έμοιαζε περισσότερο με την Ευρώπη , και η Ευρώπη με την Αμερική. Στην περίπτωση της Αμερικής, είναι μάλλον αργα. Όσο για τα ευρωπαϊκά μουσεία, αυτή τη στιγμή είναι εγκλωβισμένα ανάμεσα στην ιδιωτικοποίση και την έλλειψη χορηγών.

Δεν χρειάζεται να ανήκεις στο Συντηρητικό Κόμμα της Βρετανίας για να πιστέψεις ότι οι φορολογικές ελαφρύνσεις πράγματι θα ενισχύσουν τις φιλανθρωπικές δωρεές. Παρά τα όσα ισχυρίζεται ο γάλλος συνδικαλιστής Αλέμ, η υποστήριξη του κοινού δεν σώζει σε περιόδους οικονομικής κρίσης, τα πολιτιστικά ιδρύματα από την λιτότητα. Στους δύσκολους καιρούς, όμως, οι πλούσιοι χορηγοι μπορούν να βοηθήσουν. Ούτως ή άλλως, είναι απαραίτητοι. Είτε μας αρέσει είτε όχι η Ευρώπη τουλάχιστον ως προς αυτό γέρνει πλέον προς την Αμερική.

  Michael Kimmelman


© 2007 - easyweb team