Κτίρια που προτείνουν ένα διαφορετικό κόσμο (Ελευθεροτυπία/The New York Times)
ΤΟΚΙΟ- Ύστερα από σχεδόν σαράντα χρόνια
καριέρας ο Τόγιο Ιτο έχει αποκτήσει φανατικούς οπαδούς στην παγκόσμια
αρχιτεκτονική κοινότητα, παρόλο που είναι ελάχιστα γνωστός εκτός των συνόρων της
Ιαπωνίας. Με τα παράξενα και αιθέρια οικοδομήματα του έχει δημιουργήσει έναν
όγκο δουλειάς με μια σπάνια πρωτοποριακή ιδιοσυγκρασία.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, ενώ πολλοί σύγχρονοι του
αρχιτέκτονες φρόντιζαν να εξασφαλίσουν τη μία ανάθεση έργου μετά την άλλη, ο κ.
Ίτο διατηρούσε πολύ διακριτικό προφίλ. Σπανίως αναφέρεται το όνομα του σε
συζητήσεις που αφορούν ημι-διάσημα πρόσωπα. Όπως ο Ρεμ Κούχλας, η Ζάχα Χαντίντ
ή ο Ζακ Χέρτζογκ.
Η κατάσταση αυτή όμως αλλάζει. Πρόσφατα εγκαινιάστηκε στην πόλη Καοσιούνγκ
της Ταϊβάν το στάδιο σε σχήμα πύθωνα που σχεδίασε για τους Παγκόσμιους Αγώνες.
Ακόμα πιο φιλόδοξα είναι τα σχέδια του για το κτίριο της όπερας Ταϊτσούνγκ
που η κατασκευή του έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει εντός του επόμενου έτους.
Πρόκειται για ένα έργο εκπληκτικής σύλληψης, το οποίο ήδη χαρακτιρίζεται
προκαταβολικά ως αριστούργημα. Το πορώδες εξωτερικό του κέλυφος, το οποίο θα
θυμίζει γιγάντιο σφουγγάρι, είναι εξίσου πρωτοποριακό με το Μουσείο
Γκούγκενχαϊμ του Φρανκ Γκέρι στο Μπιλμπάο. Αυτό το σχέδιο ήταν ένας από τους
βασικούς λόγους που ο κ. Ιτο απέκτησε την πρώτη του ανάθεση έργου στην Αμερική,
το Μουσείο Τέχνης Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια.
Ο κ. Ιτο είναι μάλλον ανεπιτήδευτος. Είναι ένας άντρας μικροκαμωμένος,
γεροδεμένος, με στρογγυλό πρόσωπο, παραλληλόγραμμα γυαλιά και σκούρα μαλλιά
καλόβολος και πράος. Και διαθέτει το σπάνιο χάρισμα να βλέπει με κριτική ματιά
τα ίδια του τα έργα.
Η καριέρα του μπορεί να περιγραφεί ως μια διαρκής αναζήτηση της απόλυτης
ισορροπίας ανάμεσα σε φαινομενικά αντίθετες αξίες: άτομο και κοινότητα, μηχανή
και φύση, ουτοπικές φαντασιώσεις και σκληρή πραγματικότητα.
Η ικανότητα του να ανακαλύπτει συνεχώς τέτοιες ισορροπίες τον έχει αναγάγει
σε κάποιον που μπορεί να αποκρυσταλλώσει τις τάσεις που κρύβονται στην καρδιά
της σύγχρονης κοινωνίας. Η βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Καλών Τεχνών Tama, το κτίσιμο της οποίας ολοκληρώθηκε πριν από δύο
χρόνια, βρίσκεται στα δυτικά του Τόκιο, στις παρυφές ενός άχαρου λόφου, πάνω
στον οποίο απλώνεται η πανεπιστημιούπολη. Ο αρχιτέκτονας τη φαντάστηκε σαν ένα
ακανόνιστο σύμπλεγμα λεπτών αψιδών από μπετόν.
Στο εσωτερικό οι αψίδες είναι τοποθετημένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να
σχηματίζουν παράξενες γωνίες μεταξύ τους. Το δάπεδο ενός ανεπίσημου εκθεσιακού
χώρου ακολουθεί την πλαγιά του περιβάλλοντος τοπίου, κάνοντας να φαντάζει
ρευστή η σχέση εσωτερικού και εξωτερικού χώρου.
Το αποτέλεσμα είναι ένα είδος αντι-μνημείου. Η στερεότυπη εικόνα που έχουμε
σχηματίσει για τις βαριές, παραδοσιακές αψίδες μεταβάλλεται σε κάτι εύθραυστο
και αιθέριο. Η κλασική εννοια της τάξης διαλύεται. Ο στόχος του αρχιτεκτονικού
σχεδίου είναι να μας απελευθερώνει από το καταπιεστικό βάρος της ιστορίας και
στην πορεία να ανοίγει μπροστά μας ευφάνταστες δυνατότητες.
Μετα την ολοκλήρωση της βιβλιοθήκης οι φιλοδοξίες του αρχιτέκτονα αδήγησαν
σε μια συναρπαστική σειρά νέων έργων, όπωε το Δημόσιο Θέατρο Ζα- Κοέντζι στο
Τόκιο, που ολοκληρώθηκε πρόσφατα. Όταν το αντικρίζει κανείς από την υπερυψωμένη
σιδηροδρομική γραμμή που περνά ακριβώς μπροστά του, το θέατρο , με την ασύμμετρη
φόρμα που θυμίζει μεγάλη τέντα φαντάζει σαν το αποτέλεσμα των δυνάμεων που
συγκλίνουν γύρω του, όπωε τα τρένα υψηλής ταχύτητας και οι δαιδαλώδεις
χωροταξικοί σχεδιασμοί.
Αντίθετα, το αρχιτεκτονικό σχέδιο για το σαράντα τεσσάρων χιλιάδων θέσεων
στάδιο της Καοσιούνηκ μοιλαζει να αποτελεί ένα συγκερασμό του αναβρασμού που
επικρατεί στις μαζικές διοργανώσεις με μια συναισθηματικά φορτισμένη κοινή
εμπειρία. Επιχειρεί να μεγιστοποιήσει την αντίληψή μας για τον έξω κόσμο ενώ
την ίδια στιγμή δημιουργεί ένα αίσθημα καταφυγίου.Υιοθετώντας την αμφισημία, το
έργο του Ιτο μας αναγκάζει να κοιτάξουμε τον κόσμο υπό ένα άλλο , ευρύτερο
πρίσμα.
«Μερικές φορές αισθάνομαι ότι χάνουμε τη διαισθητική ικανότητα αντίληψης
του ίδιου μας του σώματος», λέει με παράπονο ο κ. Ιτο. «Τα παιδιά δεν παίζουν
έξω όπως παλιότερα. Κάθονται μπροστά από τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Κάποιοι
αρχιτέκτονες προσπαθούν να ανακαλύψουν μια γλώσσα επικοινωνίας γι’αυτή τη νέα
γενιά, δημιουργώντας πολύ αφαιρετικούς χώρους. Εγώ αναζητώ κάτι πιο πρωτόγονο ένα
είδος αφαίρεσης που διατηρεί ακόμα μια αίσθηση του ανθρώπινου σώματος».
«Αυτό που υπάρχει ανάμεσα», προσθέτει, «με ενδιαφέρει πολύ περισσότερο».