ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Η αγροτική Ινδία στηρίζει τις εταιρείες outsourcing (Ελευθεροτυπία/The New York Times)
, 22.11.2009

ΜΠΑΤΖΕΠΑΛΙ, Ινδία – Υπο το σκληρό φωτισμό του νέον, δεκάδες κεφάλια είναι σκυμμένα πάνω από πληκτρολόγια. Σε οθόνες που τρεμοπαίζουν, προβάλλουν ασφαλιστηκές φόρμες, χρονοδαιγράμματα και ηλεκτρονικά μηνύματα εξυπηρέτησης πελατών, εργασίες που προέρχονται από πολύ μακριά και στέλνονται σ’αυτή τη γωνία της Ινδίας, ώστε να διεκπεραιωθούν με χαμηλό κόστος.

Η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται σε πολλές πόλεις της Ινδίας, ιδιαίτερα στους κόμβους υψηλής τεχνολογίας της Μπανγκαλόρ και της Γκουργκαόν, που είναι περιοχές συνώνυμες με την επανάσταση της πληροφορικής τεχνολογίας, η οποία έχει μεταμορφώσει την οικονομία της Ινδίας.

Αυτοί οι εργαζόμενοι, όμως είναι νέοι άνθρωποι από χωριά που βρίσκονται συγκενρωμένα γύρω από τη μικρή πόλη, στο αγροτικό κρατίδιο Καρνατάκα, στα βάθη της νοτιοδυτικής Ινδίας. Συμμετέχουν σε ένα πείραμα μικρής ιμάδας επιχειρηματιών, οι οποίοι προσφέρουν θέσεις εργασίας που δημιούργησε το outsourcing (η ανάθεση εργασιών μιας επιχείρησης σε εξωτερικούς συνεργάτες) σε απομακρυσμένες γωνίες της Ινδίας.

Περίπου ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι, μόλις, απασχολούνται στα πολύβουα τηλεφωνικά κέντρα και τις νεότευκτες εταιρείες τεχνολογίας , που συμβολίζουν την οικονομική άνθιση της Ινδίας.

Σχεδόν όλες αυτές οι θέσεις εργασίας είναι συγκεντρωμένες στα αστικά κέντρα. Το 70% των Ινδών όμως, κατοικούν σε αγροτικές περιοχές. Η Ινδία κατά μεγάλο μέρος προσπέρασε μαζική μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού προς τις πόλεις.

Η Ινδία παλεύει – χωρίς επιτυχία – να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του πώς θα βγάλει από τη φτώχεια αυτή την τεράστια κατώτατη κοινωνική τάξη. Κάποιοι οικονομικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η Ινδία εξακολουθεί να χρήζει ταχείας αστικοποίησης, προκειμένου να φτάσει να αποτελεί σημαντική οικονομική δύναμη και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας για τις ορδές των άνεργων πολιτών της. Οι ιδρυτές της Rural Shores, όμως, μιας εταιρείας η οποία οργανώνει γραφεία outsourcing σε αγροτικές περιοχές, διατείνονται ότι είναι πιο λογικό να μεταφέρει κανείς τις δουλειές εκεί όπου ζούν οι άνθρωποι.

«Σκεφτήκαμε: ‘Γιατί να μη μεταφέρουμε τις δουλειές στα χωριά;» εξηγεί ο διευθυντής της εταιρείας, Τζ. Σρινιβασάν. «Υπάρχουν ένα σωρό ταλαντούχοι άνθρωποι εκεί και μπορούμε να τους εκπαιδεύσουμε».

Η αγροτική Ινδία αντιμετωπιζόταν παλιότερα ως τροχοπέδη για την ινδική οικονομία, ως προπύργιο οπισθοδρόμησης. Ωστόσο, πολλές ινδικές και ξένες εταιρείες άρχισαν να βλέπουν με διαφορετικό μάτι τα «στάσιμα νερά» της Ινδίας: ως μια ανεκμετάλλευτη αγορά σχετικά φθηνών αγαθών, όπως lowtech κινητά τηλέφωνα, μικροσυσκευές και φθηνές μοτοσικλέτες.

Κάποιες επιχειρήσεις έχουν αρχίσει πλέον να στρέφονται προς την αγροτική Ινδία, θεωρώντας τη μια ανεκμετάλλευτη δεξαμενή υπαλλήλων γραφείου που διακατέχονται από προθυμία και ενθουσιασμό. Η Rural Shores έχει προσλάβει περίπου 100 νέους, στην πλειονότητα τους αποφοίτους γυμνασίου που έχουν ολοκληρώσει κολεγιακές σπουδές, που όλοι προέρχονται από αγροτικές περιοχές στα περίχωρα της μικρής επαρχιακής πόλης. Η εταιρεία διαθέτει πλέον τρία κέντρα, αλλά φιλοδοξεί να ανοίξει άλλα 500 σε όλη την Ινδία μέσα στην επόμενη πενταετία.

Οι περισσότεροι εργαζόμενοι του κέντρου είναι τα πρώτα μέλη της οικογένειάς τους, που κάνουν εργασία γραφείου. Μιλούν σπαστά τα αγγλικά, αλλά έχουν επαρκή γνώση της γλώσσας ώστε να κάνουν βασικές καταχωρίσεις δεδομένων, να διαβάζουν φόρμες, και να συντάσσουν απλά email.

Με πολύ χαμηλότερα ενοίκια και μισθούς συγκριτικά με παρόμοια κέντρα στις πόλεις, η εταιρεία ισχυρίζεται ότι μπορεί να βγάλει την ίδια δουλειά με άλλες εταιρείες outsourcing, σρο ήμισυ του κόστους. Ένας υπάλληλος γραφείου στην Μπανηκαλόρ, με προσόντα παρόμοια με των εργαζομένων εδώ, παίρνει μηνιαίο μισθό 7.000 ρουπίες, δηλαδή περίπου 150 δολάρια, αναφέρει ο κ.Σρινιβασάν. Στις κωμοπόλεις και στα χωριά, όμως, ο κατώτερος μισθός των 60 δολαρίων το μήνα θεωρείται εξαιρετικός.

Εδώ, στην Μπατζεπάλι, τα γραφεία της Rural Shores απασχολούν δύο βάρδιες την ημέρα. Μία βάρδια εργαζομένων συλλέγει δεδομένα από σκαναρισμένες κάρτες με τα ωρομίσθια φορτηγατζήδων στις ΗΠΑ.

Στην πλειονότητα τους, οι υπάλληλοι είναι παιδιά αγροτών και συχνά ανήκουν στην πρώτη γενιά που τελειώνει γυμνάσιο. Η 19χρονη κ. Αρούνα ζει με τη χήρα μητέρα της και τη μικρότερη αδερφή της σε ένα σπίτι δύο δωματίων. Μέχρι να πιάσει δουλειά η κ. Αρούνα στο κέντρο της Rural Shores, η οικογένεια επιβίωνε με ό.τι παρήγαγε το μικρό τους αγρόκτημα. Κάποιες φορές κατάφερναν με κόπο να κερδίσουν 20 δολάρια το μήνα και οι τρείς μαζί.

Με τη νέα της δουλειά, η κ. Αρούνα κερδίζει πλέον πανω από 70 δολάρια το μήνα. Η οικογένεια αγόρασε μερικά έπιπλα καθώς και καινούργια σάρι και κοσμήματα. Όταν η κοπέλα επέστρψε στο σπίτι με την εταιρική κάρτα κρεμασμένη στο λαιμό της, ολόκληρο το χωριό έμεινε με το στόμα ανοιχτό.

«Είμαι ο μοναδικός άνθρωπος σε όλο το χωριό που εργάζεται σε γραφείο», λέει η κ. Αρούνα. «Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο».

Lydia Polgreen

 
© 2007 - easyweb team