ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Θέατρο ελπίδας στο «Αγλαΐα Κυριακού» (Η Καθημερινή)

«Ενα γλυκό τραγούδι φτάνει στ’ αυτιά του Αλμπερτ. Το αγόρι μαγεύεται και ξεκινάει ένα μακρύ ταξίδι για να βρει την κοπέλα που το τραγουδά...». Στο σαλόνι του 3ου ορόφου στο Νοσοκομείο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού» επικρατεί απόλυτη ησυχία. Βρίσκομαι εκεί, ένα απόγευμα μέσα στην εβδομάδα που μας πέρασε για να παρακολουθήσω την παιδική παράσταση που δίνει η κινητή ομάδα του Θεάτρου του Νέου Κόσμου σε νοσοκομεία και ιδρύματα. Φέτος, για δεύτερη συνεχή χρονιά είναι το έργο του Βασίλη Μαυρογεωργίου «Τι γλώσσα μιλάμε Αλμπερτ;» όμως αυτή η αξιέπαινη προσπάθεια του θέατρου ξεκίνησε πριν από επτά ολόκληρα χρόνια. Και όσο κι αν είχα προϊδεαστεί για το θέαμα (και το κοινό) η ίδια η εμπειρία ήταν καταλυτική.

Με μια μάσκα στο πρόσωπο («τα δύο στα τρία παιδιά που μπαίνουν στο Παίδων έχουν τη νέα γρίπη» ήταν η υπενθύμιση της φίλης μου) ρίχνω μια ματιά γύρω μου και αποφασίζω να κάνω μια βόλτα στους γειτονικούς διαδρόμους μέχρι κάτι να αρχίσει να γίνεται. Η Α΄ και η Β΄ Χειρουργική Κλινική στα αριστερά μου, το Ωτορινολαρυγγολογικό και το Οφθαλμολογικό στο βάθος δεξιά. «Γνωρίζετε κάτι για την παράσταση που θα γίνει σε λίγο;» ρωτάω την προϊσταμένη, όμως δεν ξέρει να μου πει. Τότε είναι που τον βλέπω. Με ένα μαύρο καπέλο στο κεφάλι και μια βαλίτσα στο χέρι έρχεται και στέκεται ακριβώς απέναντί μου. Οχι δεν ονειρεύομαι. Ο Σεραφείμ Ράδης είναι ένας από τους τρεις ηθοποιούς του Θεάτρου του Νέου Κόσμου που παίζουν στο έργο του Μαυρογεωργίου. «Εάν γνωρίζετε κάποιο παιδάκι, πείτε του ότι σε λίγο θα παρουσιάσουμε μια παράσταση...».

Δειλά δειλά εμφανίζονται γονείς με μικρά παιδιά στην αγκαλιά τους (μαζί κάποιοι κουβαλάνε και τον ορό) μέχρι που δίχως να το καταλάβουμε οι θέσεις έχουν γεμίσει. Υπάρχουν και πολλοί όρθιοι. Τέτοιο κοινό θα το ζήλευε ένα οποιοδήποτε από τα μεγάλα θέατρα της Αθήνας. «Βλέπεις μαμά;» ρωτάει κάθε τόσο το κοριτσάκι που κάθεται στην πρώτη γραμμή με μια μάσκα στο πρόσωπο, ενώ η τσιγγάνα μητέρα με τον γιο της ζουν κάθε στιγμή του έργου. Παρεμπιπτόντως το κείμενο του «Τι γλώσσα μιλάμε Αλμπερτ;» έχει την ιδιαιτερότητα ότι διηγείται μια ιστορία χωρίς γλώσσα ή μάλλον με μια επινοημένη γλώσσα (ακαταλαβίστικα) που όμως όλοι φαίνεται πως καταλαβαίνουν. Πέρα από τα νοσοκομεία και τα ιδρύματα οι ηθοποιοί έχουν διακτινίσει τις παραστάσεις τους και σε άλλους χώρους όπως φυλακές, ειδικά σχολεία, προσφυγικούς καταυλισμούς. «Αυτό το θέατρο είναι πολύ ουσιαστικό για μας γιατί μας υπενθυμίζει συνέχεια τον κοινωνικό ρόλο του θεάτρου, κάτι που μέσα στις φιλοδοξίες μας ξεχνάμε πολλές φορές», σημειώνει στο καλαίσθητο πρόγραμμα που μοιράζεται ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου του Νέου Κόσμου.

Εχουν περάσει σχεδόν τριάντα λεπτά και η παράσταση φτάνει στο τέλος της. Τα παιδιά (και οι γονείς) γελούν συχνά (μόνο ένα μωρό έκλαψε όταν εμφανίστηκε ο ληστής του έργου!), ενώ την ίδια ώρα αγωνιούν με τις περιπέτειες του Αλμπερτ (σε στεριές και θάλασσες...). Εχει γνωρίσει τους ανθρώπους και τον κόσμο, έχει ανακαλύψει το ταλέντο του στη γλυπτική, έχει κάνει φίλους, έχει ερωτευτεί. Κι όλα αυτά παρέα με το ξύλινο ανθρωπάκι του, τον Μπάμπεκ. Το μόνο που έμεινε ήταν να βρει την Τερέζα του και να ζήσει μαζί της φτιάχνοντας κι άλλα ξύλινα ανθρωπάκια, λουλούδια και αηδόνια. Ενα σύννεφο από σαπουνόφουσκες σκεπάζει τον Σεραφείμ Ράδη καθώς κολυμπάει προς την αγαπημένη του. «Παιδιά, περαστικά», και το χειροκρότημα που ακολουθεί τις υποκλίσεις των ηθοποιών είναι θερμό. Μα «Κε σβέντσο σόγιο!» (που πάει να πει «τι ωραίο τραγούδι») στη γλώσσα του Αλμπερτ και των φίλων του...

Tο «Τι γλώσσα μιλάμε Αλμπερτ;» θα παρουσιάζεται φέτος κάθε Κυριακή και στο Θέατρο του Νέου Κόσμου.

Σάντρα Βούλγαρη

© 2007 - easyweb team