Αραχνοΰφαντο ύφασμα από μετάξι αράχνης (Ελευθεροτυπία/The New York Times)
Αν κάποιος από εσάς σκέφτεται να
ξεκινήσει μια επιχείρηση παραδοσιακής υφαντουργίας χρησιμοποιώντας τα νήματα
από τους ιστούς της αράχνης GoldenOrb τηςΜαδαγασκάρης, καλό θα είναι να έχει υπόψη του
μερικές χρήσιμες πληροφορίες:
Οι μεγαλύτερες αράχνες, δηλαδή οι
θηλυκές, μπορούν να φτάσουν σε μέγεθος το χέρι ενός ενήλικα.
Μόνο οι θηλυκές παράγουν μετάξι, το
οποίο είναι φημισμένο τόσο για το εντυπωσιακό βαθυκίτρινο χρώμα του όσο και για
την αντοχή τάνυσης του ( είναι πέντε ή έξι φορές ισχυρότερο από το ατσάλι ως
προς το βάρος). Είναι διαβόητες για τον κανιβαλισμό τουςκαι εάν τις αφήσει
κανείς ανεξέλεγκτες θα μετατρέψουν ολόκληρη τη γραμμή παραγωγής μεταξιού σε
εκατόμβη αραχνοειδών.
Δεν δείχνουν πρόθυμες να εργαστούν
κατα τους χειμερινούς μήνες και όταν βρέχει υπερβολικά, το μετάξι τους γίνεται
υδαρές και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.
Και αν οι αράχνες του εργαστηρίου
αρχίσουν να εξαφανίζονται μυστηριωδώς, αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι στη Μαδαγασκάρη
μια από τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη, πιστεύουν ότι τρώγοντας μερικές
αράχνες, τηγανητές, κάνει καλό στο λαιμό.
«Θα έλεγα ότι συναντήσαμε μια αρκετά
απότομη καμπύλη εκμάθησης», αναφέρει ο Σάιμον Πιρς, βρετανός ιστορικός τέχνης
και ειδικός υφασμάτων, ο οποίος ζει στη Μαδαγασκάρη εδώ και είκοσι χρόνια. Πριν
από πέντε χρόνια ο κ. Πιρς και ο Νίκολας Γκόντλεϊ, ένας αμερικανός σχεδιαστής
μόδας που επίσης ζει στο νησί, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να κάνουν κάτι που
κανείς άλλος δεν είχε επιχειρήσει για πάνω από έναν αιώνα: να τιθασσεύσουν τις
αράχνες για την παραγωγή μεταξιού κατά τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιούνται τα
κουκούλια του μεταξοσκώλικα.
Πρόσφατα, στο Αμερικανικό Μουσείο
Φυσικής Ιστορίας στη Νέα Υόρκη, δύο γυναίκες σήκωσαν προσεκτικά ένα πλαστικό
κάλυμμα κάνοντας τα αποκαλυπτήρια του επιτεύγνατος των κ. Πιρς και Γκόντλεϊ –
για το οποίο εργάστηκαν επίσης πάνω από ένα εκατομμύριο αράχνες καθώς και μια
επιδέξια ομάδα ατρόμητων χειριστών αραχνών από τη Μαδαγασκάρη.
Πρόκειται για ένα ύφασμα μήκους 3,4
μέτρων σε έντονη χρυσαφί απόχρωση και σύμφωνα με τους ειδικούς στο Μουσείο
Φυσικής Ιστορίας, είναι το πρώτο καταγεγραμμένο δείγμα χειροποίητου
χρυσοκέντητου υφάσματος που έχει κατασκευαστεί αποκλειστικά από το φυσικό
μετάξι αραχνών. Το ύφασμα θα εκτίθεται για έξι μήνες στη Μεγάλη Αίθουσα του
μουσείου.
Ο κ. Πίρς εργάζεται εδώ και πολλά
χρόνια προκειμένου να αναβιώσει τις παραδοσιακές τεχνικές ύφανσης για τις
οποίες ήταν κάποτε διάσημη η Μαδαγασκάρη. Υφάσματα που δημιουργήθηκαν υπό την
καθοδήγηση του έχουν καταλήξει στις συλλογές του Βρετανικού Μουσείου και του
Μητροπολίτικου Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1890 στη
Μαδαγασκάρη όπου οι ψαράδες συνήθιζαν να χρησιμοποιούν μετάξι αράχνης για να
κατασκευάσουν υποτυπώδη δίχτυα και πετονιές, ένας γάλλος καθηγητής τεχνικής
σχολής έστησε ένα άλλο εργαστήριο με αράχνες και μετατρέποντας το σε κλωστή.
Λέγεται ότι είχε συλλέξει αρκετή ποσότητα ώστε να υφάνει τα παραπετάσματα ενός
κρεβατιού το οποίο εκτέθηκε το 1900 στο Παρίσι. Δυστυχώς το ύφασμα αυτό δεν
σώζεται σήμερα.
«Και αυτό», σύμφωνα με τον κ. Πίρς,
«ήταν λίγο ως πολύ το αποκορύφωμα κάθε προσπάθειας προς αυτή την κατεύθυνση,
μέχρι τη στιγμή που εμείς ξαναρχίσαμε αυτή τη προσπάθεια, στα όρια της
παράνοιας».
Ο 51χρονος κ.Πιρς και ο 40χρονος κ.
Γκοντλεϊ οργάνωσαν μια σχεδόν βικτοριανού τύπου επιχείρηση συγκομιδής μεταξιού
από αράχνες. Προσέλαβαν ντόπιους, οι οποίοι συγκέντρωναν ζωντανές θηλυκές
αράχνες χτενίζοντας την ύπαιθρο με μεγάλα κοντάρια από μπαμπού. Κατόπιν
παρέδιδαν τις αράχνες στον κ. Γκόντλεϊ, ο οποίος οργάνωσε ένα εργαστήριο. Εκεί
εργάτριες, όλες γυναίκες, χειρίζονταν καθεμία αράχνη ξεχωριστά, εξάγοντας
προσεκτικά τη μεταξωτή κλωστή που έβγαινε από τους αδένες της.
Τοποθετούσαν την αράχνη σε ένα
είδους ζυγού, μαζί με άλλες 23 αράχνες, καθώς ειδικά καρούλια εξήγαν το
υπόλοιπο μετάξι από τον ιστό τους σε συνεχή νήματα, τα οποία συχνά έφταναν τα
365 μέτρα μήκος.
Αυτά τα 24 νήματα στρίβονταν κατόπιν
με το χέρι σε μία κλωστή και ενώνονταν σε πλεξούδες 96 κλωστών που αποτελούν
την πρώτη ύλη για την ύφανση του υφάσματος.
Τι απέγιναν όμως οι αράχνες; Παρόλο
που μερικές πέθαναν κατά τη διάρκεια της παραγωγής, οι κ. Γκόντλεϊ και Πιρς
δηλώνουν ότι δημιούργησαν ένα σύστημα με το οποίο οι αράχνες που
χρησιμοποιούνταν απελευθερώνονταν καθημερινά. Τηρούσαν μάλιστα και λεπτομερή
λογιστικά φύλλα, όπου καταχώριζαν τον αριθμό των αραχνών που χρησιμοποιούσαν,
την απόδοση τους και το ρυθμό θανάτων.
«Μεταβληθήκαμε σε ένα είδος
υπερασπιστών αυτών των αραχνών, κάτι που ποτέ δεν φανταζόμασταν», λέει ο κ.
Γκόντλεϊ, ο οποίος παραδέχεται ότι υποφέρει από αθεράπευτη αραχνοφοβία.
Οι δύο άντρε ευελπιστούν ότι το
ύφασμα, η κατασκευή του οποίου κόστισε πάνω από μισό εκατομμύριο δολάρια, θα
αγοραστεί τελικά από κάποιο δημόσιο ίδρυμα και θα εκτίθεται στο κοινό.
Ο κ. Γκοντλεϊ δήλωσε ότι μαζί με τον
κ. Πιρς δεν έκαναν όλα αυτά μόνο για να βγάλουν χρήματα. «Μπορώ να σκεφτώ
πολλούς, πολύ πιο εύκολους τρόπους για να πετύχουμε κάτι τέτοιο».