Όταν ο Ναπολέων... ... ίδρυσε την Κεντρική Τράπεζα της Γαλλίας για να μην είναι η χώρα του στο έλεος
των κερδοσκόπων, είχε πει: «Όταν μια κυβέρνηση εξαρτάται από τους τραπεζίτες
για να βρει χρήμα, τότε θα ελέγχουν την κατάσταση αυτοί και όχι οι κυβερνήτες,
αφού το χέρι που δίνει είναι πάντα πάνω από το χέρι που παίρνει». Έτσι έβαλε
την πολιτική πάνω από τους τραπεζίτες.
Από τον πύργο... ... της Φρανκφούρτης, όπου κατοικοεδρεύουν οι ιππότες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής
Τράπεζας, εκπορεύεται σήμερα η υπαγωγή των πολιτικών στο καρτέλ των τραπεζιτών
και των εκάστοτε ισχυρών συμφερόντων. Με την ανεξαρτησία τους εγγυημένη από τις
ευρωπαϊκές συνθήκες, οι κεντρικοί τραπεζίτες αποφασίζουν ηγεμονικά για τη
νομισματική πολιτική των 16 κρατών- μελών της ζώνης του ευρώ. Και απαγορεύουν
στις κυβερνήσεις να επηρεάζουν τις αποφάσεις τους. Με περισσή αλαζονεία, ο
πρόεδρος των κεντρικών τραπεζιτών ΖανΚλοντ Τρισέ δεν παύει να το υπενθυμίζει
τακτικά στις κυβερνήσεις. Οι περισσότεροι πολιτικοί είναι εχθρικοί προς αυτήν
την αυστηρότητα, αλλά προτιμούν να μένουν βυθισμένοι σε μια συνένοχη σιωπή. Αντίθετα,
οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν παύουν να κρίνουν τους πολιτικούς και να τους
επικρίνουν κάθε τόσο για χαλαρότητα, ιδιαίτερα στα ζητήματα κοινωνικής
πολιτικής. Γιατί για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως αναφέρει η ίδια σε
πρόσφατο δελτίο της (Ιούνιος 2009), οι στρατιές των ανέργων που έχει
δημιουργήσει η οικονομική κρίση «μπορούν να αποτελέσουν τον καταλύτη για την
υλοποίηση των αναγκαίων εσωτερικών μεταρρυθμίσεων, ιδιαίτερα στην αγορά
εργασίας». Και οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι «η ευελιξία της απασχόλησης, η
προσωρινή εργασία, το πάγωμα των μισθών και η υφαρπαγή των κοινωνικών
κεκτημένων», σχολιάζει ο δημοσιογράφος Μπερνάρ Κασέν. «Αυτοί είναι οι
προσανατολισμοί και οι αποφάσεις της “κυβέρνησης της Φρανκφούρτης”, για τις
οποίες δεν ζητήθηκε ποτέ από τους ψηφοφόρους να εκφράσουν τη γνώμη τους με την
ψήφο τους». Όπως δεν τους ζητήθηκε και όταν, μόλις ξέσπασε η κρίση, «οι ίδιοι
εκείνοι που συνιστούσαν προϋπολογισμούς ακόμη περισσότερης λιτότητας για να μην
ανέβει ο πληθωρισμός (στην πραγματικότητα, οι μισθοί)», γράφει στη «Μοντ Ντιπλοματίκ»
ο Λοράν Κορντονιέ, καθηγητής των Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Λίλλης,
«άνοιξαν τα ταμεία τους για να σώσουν τις ιδιωτικές τράπεζες, εξαγόρασαν τις
ζημιές τους, εγγυήθηκαν τα δάνειά τους και μοίρασαν χρήμα στους
αυτοκινητοβιομήχανους».
Τι κι αν ζούμε... ... στον εικοστό πρώτο αιώνα; Τι κι αν ξαναγυρίζουμε τριάντα χρόνια πίσω (τόσο
υπολογίζεται πως μειώθηκε η αγοραστική δύναμη της μεσαίας τάξης στη Βρετανία);
Τι κι αν ξαναβλέπουμε μπροστά μας συσσίτια και φτωχοκομεία που θυμίζουν εικόνες
από τον κόσμο του δέκατου ένατου αιώνα, όπως τον είχε περιγράψει ο Κάρολος
Ντίκενς; Οι φωνές μας δεν φτάνουν στον πύργο της Φρανκφούρτης.
Η πολιτική σήμερα... ... έχει απαχθεί από τους τραπεζίτες. Και οι μόνοι που καμώνονται πως δεν το
ξέρουν, είναι οι πολιτικοί.