Συναντήσατε, όμως, προβλήματα για τις κριτικές
διδακτικές σας μεθόδους και προσεγγίσεις και σ’αυτό στο σχολείο. «Δίδασκα κοινωνικές επιστήμες και είχαμε
το ελεύθερο να διαμορφώνουμε εμείς το πρόγραμμα σπουδών. Έδινα, λοιπόν, στους
μαθητές να διαβάζουν βιβλία κριτικής θεωρίας για την αλλοτρίωση, το ρατσισμό
και το φεμινισμό. Νοίκιαζα ταινίες για τους μαθητές στην τάξη με κοινωνικό και
πολιτικό περιεχόμενο, με δικά μου χρήματα. Οι δεξιοί φονταμενταλιστές στην
κοινότητα ξεσηκώθηκαν εναντίον μου, ο Τύπος το έκανε θέμα και στα ραδιόφωνα οι
φονταμενταλιστές διατυμπάνιζαν ότι ‘ένας φεμινιστής διδάσκει στο δημόσιο
σχολείο’. Ζήτησαν από τις σχολικές αρχές να κατεβάσουν τα βιβλία που
χρησιμοποιούσα από τα ράφια της βιβλιοθήκης. Ήξερα ότι οι μέρες μου ήταν
μετρημένες».
Στη συνέχεια γίνατε δεκτός στο διδακτορικό
πρόγραμμα του CarnegieMellon – και κάπου εκεί ξεκινάει και η ακαδημαϊκή σας
καριέρα, κατά την οποία όμως συνεχίστηκαν οι περιπέτειες εξαιτίας της κριτικής
εκπαιδευτικής προσέγγισης που ακολουθούσατε, με πιο συγκλονιστικό αυτό που
συνέβη κατά τη διάρκεια της παρουσίας σας στο BostonUniversity. «Τελείωσα τις διδακτορικές μου σπουδές το
1977 και λίγο μετά βρήκα θέση στο BostonUniversity. Μέσα σε λίγα χρόνια έγραψα το πρώτο μου βιβλίο,
‘Ιδεολογία, κουλτούρα και η διαδικασία της εκμάθησης’. Αλλά τα πράγματα
εξελίχθηκαν δραματικά. Τελείως απρόσμενα, μου αρνήθηκε μονιμότητα ο JohnSilber, ο πρόεδρος τουBostonUniversity – μία από τις πιο αντιδραστικές φυσιογνωμίες στην
ανώτατη εκπαίδευση. Έλαβα ομόφωνη ψήφο σε όλα τα επίπεδα της επιθεώρησης. Στο
επίπεδο του πανεπιστημίου η ψήφος ήταν 13 – 0 υπέρ της μονιμότητας μου. Ο
κοσμήτορας της σχολής μου ήταν βέβαιος για τη μονιμότητά μου και είχε πει πως
θα ανακοίνωνε δημοσίως την παραίτησή του εάν δεν έπαιρνα μονιμότητα.
Για να ξεπεράσει την όποια
ακαδημαϊκή δυσχέρεια ο Silber παρέκαμψε τις καθιερωμένες διαδικασίες
επιθεώρησης, δημιουργώντας για την περίπτωση μου μια ξεχωριστή επιτροπή που
αποτελούνταν από κάτι γλοιώδεις τύπους –όπως ο NathanGlazer, ένας από τους πιο ακραίους
νεοσυντηρητικούς κοινωνιολόγους από το Harvard, και ο ChesterFinn, άλλος ένας νεοσυντηρητικός της εκπαίδευσης ο οποίος διετέλεσε και
υφυπουργός Παιδείας στις ΗΠΑ. Ο Silber κρατούσε ένα
αντίτυπο του βιβλίου μου ‘Ιδεολογία, κουλτούρα και η διαδικασία της εκμάθησης’.
‘Ακούω πως είσαι φανταστικός καθηγητής’ μου είπε. ‘Γιατί γράφεις τέτοια σκατά;’
Μου έκανε την εξής πρόταση: εάν δεν δημοσίευα και δεν έγραφα τίποτα για δύο
χρόνια και μελετούσα την Ιστορία της Λογικής και της Επιστήμης με αυτόν
προσωπικά ως μέντορά μου, θα κρατούσε το μισθό μου ως έχει (πάγωμα μισθού) και
θα επανεξεταζόταν η υπόθεση μου για μονιμότητα. Φυσικά, αρνήθηκα και άρχισα να
υποβάλλω αιτήσεις για θέση σε άλλα πανεπιστήμια, καταλήγοντας στο MiamiUniversity».
Πώς αντιλαμβάνεστε το ρόλο της εκπαίδευσης; «Κατανοώ την παιδεία ως μια ηθική και
πολιτική πρακτική, ο σκοπός της οποίας είναι όχι μόνο να παρουσιάσει στους
μαθητές και τους φοιτητές τη μεγάλη δεξαμενή των διαφορετικών πνευματικών ιδεών
και παραδόσεων, αλλά και να καταπιατεί μ’αυτές τις κληρονομημένες σφαίρες
γνώσης σε κριτικό διάλογο , ανάλυση και κατανόηση».
Τι ακριβώς εννοείτε όταν λέτε πως η εκπαίδευση
είναι μια πολιτική και ηθική πρακτική; «Η εκπαίδευση είναι πάντα πολιτική, επειδή
συνδέεται με τη διαμόρφωση της σκέψης και της δράσης. Ως πολιτικό πρόγραμμα, η
εκπαίδευση πρέπει να διαφωτίζει τις σχέσιες μεταξύ γνώσης, εξουσίας και ισχύος.
Πρέπει επίσης, να επιστήσει την προσοχή στις ερωτήσεις σχετικά με το ποιος έχει
τον έλεγχο της παραγωγής της γν΄σης, των αξιών και των δεξιοτήτων και θα πρέπει
να διερευνά πώς η γνώση, οι ταυτότητες και η εξουσία κατασκευάονται μέσα σε
συγκεκριμένα σύνολα κοινωνικών σχέσεων. Ηθικά, η εκπαίδευση τονίζει τη σημασία
της κατανόησης για το τι ακριβώς συμβαίνει μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας και
σε άλλους χώρους εκπαίδευσης, υποβάλλοντας ερωτήσεις σχετικά με το ποια γνώση
έχει μεγαλύτερη αξία, σε ποια κατεύθυνση επιθυμεί κανείς να οδηγείται η γνώση
και τι σημαίνει το να μαθαίνει κανείς κάτι;
Πιο σημαντικό, η εκπαίδευση πρέπει
να παίρνει στα σοβαρά τι σημαίνει η κατανόηση της σχέσης μεταξύ τού πώς
μαθαίνουμε και πώς ενεργούμε ως άτομα και ως κοινωνικοί φορείς. Δηλαδή, η
εκπαίδευση πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο να διδάσκει στους μαθητές και
στους φοιτητές όχι μόνο πως να σκέφτονται, αλλά πώς να συνειδητοποιήσουν τη
δική τους προσωπική και κοινωνική ευθύνη και να είναι υπεύθυνοι για τις
ενέργειες τους ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας δεσμευμένων πολιτών οι
οποίοι μπορούν να συμμετάσχουν στη δημοκρατική δημόσια ζωή».
Ποιές θεωρείτε ότι είναι οι προκλήσεις που
αντιμετωπίζετε ως εκπαιδευτικός, με δεδομένο ότι η αίθουσα διδασκαλίας αποτελεί
για σας χώρο διαλόγου, κριτικής και αναλυτικής διερεύνησης και εμηνείας; « Η τριτοβάθμια εκπαίδευση εμφανίζεται
όλο και περισσότερο αποσυνδεδεμένη από την ιστορική κληρονομιά της ως κρίσιμου
δημοσίου χώρου, υπεύθυνου τόσο για την εκπαίδευση των νέων για την αγορά
εργασία όσο και για να τους μυήσει στους τρόπους κριτικής σκέψης, ερμηνείας,
φαντασίας και εμπειρίας που εμβαθύνουνκαι επεκτείνουν τη δημοκρατία. Αδύναμη στο να νομιμοποιήσει το σκοπό της
και τη σημασία της σύμφωνα μ’αυτές τις σημαντικές δημοκρατικές πρακτικές και
αρχές, η τριτοβάθμια εκπαίδευση διηγείται τώρα το ρόλο της με όρους που είναι
λειτουργικό, εμπορικοί και πρακτικοί, με καταστρεπτική επίδραση στη μάθηση και
τη διδασκαλία. Καθώς τα πανεπιστήμια (ιδιαίτερα τα αμφίβολης ποιότητας
εκπαιδευτικά ιδρύματα) υιοθετούν την ιδεολογία των επιχειρήσεων και τη λογική
της αγοράς, υποτάσσονται στις ανάγκες του κεφαλαίου, των πολεμικών βιομηχανιών
και του Πενταγώνου και ενδιαφέρονται όλο και λιγότερο για το πως θα μορφώσουν
τους φοιτητές, πώς θα τους μεταφέρουν τις αρχές και τις πρακτικές της
δημοκρατικής διακυβέρνησης και της ιδιαίτερης ανάγκης της χρήσης που έχει η
γνώση για να εξετάσουν τις προκλήσεις της δημόσιας ζωής».
Η εφαρμογή των αντιλήψεων του νεοφιλελευθερισμού,
της ιδεολογίας του φονταμενταλισμού της αγοράς στην ανώτατη εκπαίδευση, έχει
όντως πολύ σοβαρές επιπτώσεις. Στο πλαίσιο αυτό, γιατί θεωρείται ότι είναι τόσο
κρίσιμο να μην υποκύψει το πανεπιστήμιο στην ιδεολογία της αγοράς; «Έχουμε γράψει μαζί αρκετά γι’αυτό το
θέμα. Γράψαμε ότι ο νεοφιλελευθερισμίς και η αγορά θρέφουν ‘βαθιά περιφρόνηση
για τη δημοκρατία, την κριτική σκέψη, την ελευθερία του λόγου και τη μόρφωση ως
όχημα αυτοπραγμάτωσης και πολιτισμού’. Θεωρώ όπως κι εσείς, ότι ‘αν η ανώτατη
εκπαίδευση εγκαταλείψει το ρόλο της ως δημοκρατικής δημόσιας σφαίρας και
ευθυγραμμιστεί με την εταιρική εξουσία και τις αξίες της αγοράς’, η δημοκρατία
θα είναι ο μεγάλος χαμένος της υπόθεσης».
Η ατζέντα του
Μπους για την εκπαίδευση αντιπροσώπευε μία από τις ισχυρότερες επιθέσεις που
είχε ποτέ δεχτεί η δημόσια εκπαίδευση. Προσδοκάτε ότι η κυβέρνηση Ομπάμα θα
επαναφέρει στη σωστή θέση την αξία της εκπαίδευσης ως δημοσίου αγαθού; «Ο Ομπάμα καταλαβαίνει ότι η εκπαίδευση είναι
ένα πολύτιμο δημόσιο αγαθό, αλλά δεν κατέχει τη γλώσσα ώστε να κατανοήσει
αληθινά τι ακριβώς σημαίνει αυτό, από τη στιγμή που τα πιστεύω του
περιστρέφονται γύρω από μια ιδεολογία που καθοδηγείται από την αγορά. Ο πρόσφατα
διορισμένος υπουργός παιδείας, ο ArnieDuncan, συνηγορεί υπέρ των ανεξάρτητων δημάσιων
σχολείων (σχολεία που δεν υπάγονται στο τοπικό εκπαιδευτικό συμβούλιο και
μπορούν να διαμορφώσουν την εκπαιδευτική φιλοσοφία και το πρόγραμμα σπουδών που
αυτά θέλουν), των αμοιβών με βάση κριτήρια αποδοτικότητας, της σύστασης
στρατιωτικών σχολείων στις φτωχές περιοχές και υποστηρίζει γενικά πολλές από
τις ίδιες εκπαιδευτικές πολιτικές που πρέσβευε η κυβέρνηση του Μπους. Δεν
υπάρχει τίποτα στη νεοφιλελεύθερη και ιδιωτικοποιημένη κατανόηση της
εκπαίδευσης του Duncan που θα επέτρεπε να
ξαναγράψει την εκπαίδευση ως δημόσιο καλό, να ενσταλάξει στους δασκάλους και
στους μαθητές τη σημασία του κοινωνικού συμβολαίου και να επαναπροσδιορίσει τη
σημαίνει να καθορίζουμε το σχολείο ως ζήτημα πρωταρχικής σημασίας για μια
βιώσιμη δημοκρατία. Σχεδόν ποτέ δεν ακούμε τον Ομπάμα να μιλάει για το σχολείο
ως δημοκρατικό δημόσιο χώρο, για την εκπαίδευση ως κρίσιμη για σκεπτόμενους,
επικριτικούς πολίτες ή για τη διδασκαλία ως τρόπο ώστε να μπορέσουμε να δώσουμε
τη δυνατότητα στους νέους όχι μόνο να κατανοήσουν τον κόσμο αλλά και να τον
αλλάξουν».
Συνοπτικά,
ποιον ρόλο υποστηρίζετε για τον παναπιστήμιο στον 21ο αιώνα; «Το πανεπιστήμιο πρέπει να είναι ελεύθερο
σε όλους και να παρέχει έναν ΄χωρο όπου οι φοιτητές θα αποκομίζουν γνώσηκαι
δεξιότητες όχι μόνο για να ικανοποιούν τις οικονομικές απαιτήσεις της διαβίωσης
αλλά και για εκείνες τις καταγραφές, τις μορφές γνώσης, κοινωνικών σχέσεων και
τρόπων ανάλυσης που τους δίνουν τη δυνατότητα να είναι αυτόνομα, αυτοστοχαστικά
όντα και να κατανοούν τις οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και ψυχολογικές
δυνάμεις που διαμορφώνουν τη ζωή τους. Η εκπαίδευση πρέπει να είναι ένας
κεντρικός δημόσιως χώρος που θα παρέχει στους φοιτητες τα εργαλεία που χρειάζονται
για να είναι επιδεικτικοί προς μια κουλτούρα αναζήτησης, για να μπορόυν να
σπάσουν τη συνοχή της κοινής λογικής και να μάθουν να λειτουργούν ως δρώντα
άτομα. Επιπλέον, το πανεπιστήμιο πρέπει να παρέχει στους σπουδαστές μια αίσθηση
ηθικής και κοινωνικής ευθύνης ως βάση όχι μόνο για την κριτική κατανόηση του
κόσμου αλλά και για να επεμβαίνουν ώστε να επεκταθεί αυτό που ο Derrida αποκαλούσε ‘η υπόσχεση μιας δημοκρατίας που θα
έρθει’».
Τι πιστεύετε για το είδος των πανεπιστημίων
εκείνων που παραχωρούν τα ακαδημαϊκά προγράμματα τους σε ιδιωτικούς φορεία ανά
τον κόσμο με κίνητρο το κέρδος; «Αυτός ο τύπος επιχειρηματικής δραστηριότητας λειτουργεί στο πλαίσιο της
λογικής ότι η εκπαίδευση μπορεί να οργανωθεί σύμφωνα με τους κανόνες που
κυβερνούν όλες τις αγοραίες συναλλαγές. Ουσιαστικά, αυτή η προσανατολισμένη
προς την αγορά έννοια της εκπαίδευσης περιφρονεί την πραγματική, ουσιαστική
μάθηση, διότι καθοδηγείται από το κέρδος και μόνο από το κέρδος λαο μεταφέρει
στους ίδιους τους φοιτητές την επαχθέστατη ιδέα ότι είναι κυρίως καταναλωτές.
Κλίνει προς το να τους παρέχει απλώς και μόνο μερικές εργαλειακές δεξιότητες
για της φτηνές αμειβόμενες θέσεις στην καπιταλιστική οικονομία. Αυτή η μορφή
εκπαίδευσης δεν πρέπει να έχει θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Καθώς βιώνουμε
την τρέχουσα παγκόσμια κρίση, ο νεοφιλελευθερισμός – η πλέον ακραία ιδεολογία
της αγοράς- έχει πέσει σε πλήρη ανυποληψία σε κάθε τομέ της κοινωνίας, εκτός
(δυστυχώς) από την ανώτατη εκπαίδευση».