ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Ρουάντα (Ε7ΤΑ)

Μια χώρα πανέμορφη, διαλυμένη από τις εμφύλιες διαμάχες. Μια χώρα, όπου – μαζί με τον ακρωτηριασμό – ο βιασμός και η εσκεμμένη μετάδοση του AIDS χρησιμοποιήθηκαν συνειδητά ως τα όπλα γενοκτονίας.

 

Αυτή η μικρή εύφορη χώρα της κεντρικής Αφρικής με τους 10 εκατ. Κατοίκους, που συνορεύει με την Ουγκάντα, το Κονγκό και την Τανζανία, που αποκαλείται «Χώρα των Χιλιάδων Λόφων», η Ρουάντα της απεριόριστης ομορφιάς, έχει χαραχτεί στη μνήμη μας ως η χώρα που το 1994 έγινε το θέατρο της πιο αποτρόπαιης γενοκτονίας. Κι όμως επί αιώνες οι φυλές των Τούτσι και των Χούτου συζούσαν αρμονικά. Μέχρι που ήρθαν οι Ευρωπαίοι.

 

Τον Οκτώβριο του 1993 ο πρώτος εκλεγμένος πρόεδρος του Μπουρούντι, Χούτου στην καταγωγή, δολοφονήθηκε από τους Τούτσι , που έλεγχαν το στρατό του Μπουρούντι. Τα σύνορα δεν σημαίνουν σ’αυτήν την περιοχή του κόσμου τόσα όσα σημαίνουν οι φυλές. Η σφαγή ξεκίνησε όταν, στις 6 Απριλίου 1994, καταρρίφθηκε από ρουκέτες, μάλλον στρατού της Ουγκάντας, το αεροπλάνο που μετέφερε τον τότε πρόεδρο της Ρουάντας, Χαμπιαριμάνα, της φυλής Χούτου, μαζί με τον νέο πρόεδρο του Μπουρούντι, Χούτου κα αυτόν. Μέσα στις επόμενες 100 μέρες ένοπλοι της φυλής Χούτου σκότωσαν περίπου 800.000 μέλη της φυλής Τούτσι, καθώς και μετριοπαθή στελέχη του Χούτου.

 

Σύμφωνα με τον νυν πρόεδρο της Ρουάντας, Πολ Καγκάμε, οι Γάλλοι συνέβαλαν στη γενοκτονία, αφού «έδειξαν στους πολιτοφύλακες πώς να σκοτώνουν...». Η Γαλλία, πάντως, αρνήθηκε κάθε ανάμειξη στις μαζικές σφαγές. Στη γενοκτονία, που κράτησε από τον Απρίλιο ώς τον Ιούνιο του 1994, σφαγιάστηκε περί το 10% του πληθυσμού, ενώ δύο εκατ. Πρόσφυγες κατέφυγαν στο γειτονικό Κονγκό. Μεγαλύτερα θύματα υπήρξαν οι γυναίκες Τούτσι, αλλά και οι μετριοπαθείς Χούτου που επέζησαν της γενοκτονίας και βιάστηιαν συστηματικά και δημόσια από τους εξτρεμιστές. Έρευνα των Ηνωμένων Εθνών υπολογίζει ότι βιάστηκαν 250.000 με 550.000 γυναίκες στη Ρουάντα.

 

Ο 40χρονος ισραηλινός (αμερικανοτραφείς και κάτοικος Νέας Υόρκης) φωτορεπόρτερ Τζόναθαν Τοργκόβνικ βρήκε, μίλησε και φωτογράφησε 40 από αυτές τις γυναίκες, μαζί με τα παιδιά τους που γεννήθηκαν από το βιασμό. Το συγκλονιστικό αποτέλεσμα βρίσκεται στο βιβλίο ‘Intented Consequences’ (εσκεμμένες συνέπειες). Η εμπειρία του φωτορεπόρτερ βρίσκεται στη συνέντευξη που μας παραχώρησε.

 

Είστε έμμισθος φωτορεπόρτερ του «Newsweek» ή κάνετε περισσότερα θέματα μόνος σας;

 

Είμαι ελεύθερος επαγγελματίας και συνεργάζομαι με πολλά περιοδικά, ευρωπαικά κυρίως. Επίσης, είμαι μισθωτός στο ‘Newsweek’. Το θέμα με τα παιδιά των βιασμών ξεκίνησε από μια αποστολή που μου είχε αναθέσει το ‘Newsweek’. Έπρεπε να πάω στην ανατολική Αφρική για να φωτογραφίσω φορείς του ΑΙDS. Καθώς ήμουν τότε στη Ρουάντα μου ήρθε η ιδέα να ξεκινήσω το θέμα με τις γυναίκες που έχουν βιαστεί κατά τη γενοκτονία. Το θέμα της Ρουάντας ήταν δική μου ιδέα που χρηματοδότησα και ολοκλήρωσα μόνος μου. Μία από τις γυναλικες που φωτογράφιζα επειδή είχε μολυνθεί από AIDS μέσω βιασμού κατά τη γενοκτονία, μου είπε ότι από το βιασμό είχε ένα γιό. Μου φάνηκε τρελό. ‘Αραγε πόσα τέτοια παιδιά να υπάρχουν στη Ρουάντα;’ αναρωτιόμουν. Όταν γύρισα στη Νέα Υόρκη διαπίστωσα ότι υπάρχουν 20.000 τέτοια παιδιά. Ένιωσα ότι έπρεπε να γυρίσω ξανά και να συνεχίσω την έρευνα.

 

Θεωρείτε τη δουλειά σας απλό βιοπορισμό ή κομμάτι της αποστολής σας ως ανθρώπου σ’αυτλην τη ζωή; Πόσον καιρό μείνατε στη Ρουάντα;

 

Το χόμπι μου είναι η δουλειά μου. Κατά ένα τρόπο, είναι η αποστολή μου σ’αυτή τη ζωή, έτσι το νιώθω. Δεν είναι κάτι που με στεναχωρεί όταν ξυπνάω το πρωί. Που τρίβω τα μάτια μου και λέω ‘Ωχ, ρε γαμώτο, τι θα πάω να κάνω πάλι σήμερα στη δουλειά;’ Μου αρέσει πολύ η δουλειά μου.

Η ιστορία της ρουάντα μου πήρε συνολικά δυόμισι χρόνια για να ολοκληρωθεί. Χρειάστηκε να επισκεφθώ τη χώρα πέντε φορές. Ήταν πολύ δύσκολο θέμα, γιατί είχε τεράστια συναισθηματική φόρτιση, ήθελε μεγάλη έρευνα. Χρειάστηκα πολύ χρόνο. Υπήρχε και το στίγμα λόγω του βιασμού και , επακόλουθα, του AIDS, του παιδιού που γεννήθηκε από βιασμό, της τραυματικής εμπειρίας αυτών των γυναικών...

Αυτές οι γυναίκες ζούν σε απίστευτη απομόνωση. Συχνά δεν τις θέλει ούτε η οικογένεια τους  (σε όσες έχει απομείνει οικογένεια0 ούτε και η κοινωνία. Για να τις βρώ συνεργάστηκα με τοπικές μη κυβερνητικές οργανώσεις και κοινωνικούς λειτουργούς που μίλησαν στους χωρικούς για να προσεγγίσουν εκείνοι τις γυναίκες – θύματα, έτσι ώστε αργά και εχέμυθα να προχωρήσουμε σε συνεντεύξεις. Έπρεπε να τους εξηγήσουν τι ακριβώς ήθελα.

 

Πόσες γυναίκες πλησιάσατε για το θέμα και πόσες δέχτηκαν να συμμετάσχουν τελικά;

 

Και οι 40 που βρήκαμε, δέχτηκαν να συμμετάσχουν. Κυρίως, γιατίδεν χρειάστηκε να διηγηθούν την ιστορία τους στην τοπική κοινότητα, η οποία θα τις κετέκρινε. Όλες ένιωθαν ότι ο κόσμος πρέπει να μάθει τι ακριβώς τους συνέβη. Βέβαια, όσο κι αν ήθελαν, ήταν δύσκολο. Συχνά κετέρρεαν. Εγώ ένιωθα πολύ άβολα και μετά τις πρώτες δύο συνεντεύξεις άρχισα να τις ρωτώ πώς νιώθουν μετά την εξιστόρηση. Ένιωθαν λύτρωση επειδή είπαν αυτό που συνέβη σε κάποιον, ο οποίος θα το πάρει μαζί του πέρα από τη θάλασσα και θα το πεί σε όλο τον κόσμο.

 

Κάνατε όλες τις συναντήσεις μαζί; 

 

Οι συναντήσεις με τις γυναίκες ήταν απίστευτα δύσκολες συναισθηματικά. Πρώτα απ’όλα για κείνες, γιατί για πρώτη φορά μιλούσαν για την εμπειρία τους αυτήν. Και μετά για μένα που μου ήταν δύσκολο να ακούω αυτές τις ιστορίες με κάθε λεπτομέρεια. Το επίπεδο της σκληρότητας σάυτές τις ιστορίες είναι απερίγραπτο και ακατανόητο. Δεν είναι ότι κάνεις μία κάπως πιο δυνατή συνέντευξη και μετά χαλαρώνεις. Είναι κάτι πολύ σκληρό, που χρειάζεσαι πολύ χρόνο για να το αφομοιώσεις. Σε κάθε ταξίδι που έκανα φωτογράφιζα περίπου 10 γυναίκες. Κάθε φορά καθόμουν στη Ρουάντα 3 με 4 εβδομάδες.

 

Πώς κατάφεραν οι μη κυβερνητικές οργανώσεις να τις πείσουν; Εσείς ο ίδιος χρειάστηκε να κάνετε κάτι;

 

Δεν χρειάστηκε να τις πείσουν. Τους είπαν ότι θέλω να πω στον κόσμο εκεί έξω την ιστορία τους. Ότι ο κόσμος έπρεπε να μάθει. Πάντως, ακόμη κι όταν τις συναντούσα, συνήθως χρειαζόμασταν μια ολόκληρη μέρα μέχρι να νιώσουν άνετα. Μερικές ήταν κάπως πιο άνετες, άλλες όχι. Ίσως έπαιζε ρόλο ότι τόσο εγώ όσο και ο μεταγραστής μου είμαστε άντρες.

Με μια από τις γυναίκες είχαν περάσει ώρες και δεν μου έλεγε τίποτα. Κάποα στιγμή είπε: ‘Για να είμαι ειλικρινής μαζί σου, είμαι πολύ καχύποπτη μ’εσένα επειδή η μόνη εμπειρία που είχα με λευκό ήταν οι γάλλοι στρατιώτες που ήρθαν εδώ κατά τη γενοκτονία, οι οποίοι το μόνο που έκαναν ήταν να παρακολουθούν τους Χούτου να μας σκοτώνουν και να μας βιάζουν’. Αυτό που έκανα, πάντως, με όλες τις γυναίκες ήταν να μιλάμε πρώτα για πολλή ώρα γενικά για τη ζωή τους. Προσπαθούσα να τις κάνω να νιώσουν πιο άνετα.

 

Εσεις τι νιώθατε όταν μιλουσατε μ’αυτές τις γυναίκες;

 

Δεν μπορεώ να το περιγράψω με λέξεις. Ήμουν νευριασμένος, ένιωθα απόλυτη οργή, απορία....Ένιωθα ντροπή που είμαι άντρας, που είμαι λευκός, που είμαι λευκός άντρας από μία χώρα που δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει αυτούς τους ανθρώπους. Υπήρχε απίστευτη συναισθηματική φόρτιση και από τα δύο μέρη. Ένιωθα λύπη, ήθελα να τους συμπαρασταθώ.

 

Τίνα Κουλουφάκου

© 2007 - easyweb team