ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Η αλήθεια κρύβεται στα λόγια , όχι στις πράξεις (Ελευθεροτυπία/The New York Times)

Πρίν από κάθε ανάκριση, οι αστυνομικοί πρέπει να δώσουν απάντηση στο ερώτημα: ο άνθρωπος που ανακρίνω μου λέει την αλήθεια ή όχι;

Οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν δοκιμαστικά κάποιες τεχνικές που ελπίζουν να εφοδιάσουν την αστυνομία με μια βελτιωμένη μέθοδο διαχλωρισμου της αλήθειας από το ψέμα.

Αυτή η νέα τεχνική επικεντρώνεται σε αυτά που λένε οι άνθρωποι, όχι στο πώς συμπεριφέρονται και έχει ήδη επιφέρει αλλαγές σε πολλές χώρες, ενώ κάποιες νέες τεχνικές εισάγονται σιγά σιγά και στις ΗΠΑ.

Eν μέρει, αυτές οι τεχνικές προέκυψαν από τις ελλείψεις άλλων μεθόδων. Σύμφωνα με τους ερευνητές, συνήθως όσοι λένε ψέματα δεν κοιτούν τους άλλους στα μάτια λιγότερο από όσους λένε την αλήθεια. Δεν έχουν νευρικότητα, δεν ιδρώνουν ούτε κάθονται απότομα στην καρέκλα συχνότερα από αυτούς που λένε την αλήθεια. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι μπορεί να παρουσιάσουν ευδιάκριτες, σύντομες αλλαγές στην έκφραση, αλλά ακόμη δεν έχει αξακριβωθεί η χρησιμότητα της ανάλυσης αυτών των αλλαγών.

Μια βασική, σαφής αρχή έχει αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας της βρετανικής αστυνομίας: στόχος σας πρέπει να είναι οι πληροφορίες, όχι η ομολογία. Γύρω στα μέσα της δεκαετίας του 1980, έπειτα από αρκετές υποθέσεις πλαστών ομολογιών, τα βρετανικά δικαστήρια απαγόρευσαν στους αστυνομικούς τη χρήση επιθετικών τεχνικών κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, όπως ήταν η παρουσίαση ψεύτικων στοιχείων στους υπόπτους προκειμένου να τους προκαλέσουν.

Σύμφωνα με τον Ρέι Μπούλ, καθηγητή ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Λίσεστερ στην Αγγλία, σήμερα, οι αστυνομικοί προσπαθούν να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία προτού πάρουν καταθέσεις από τους υπόπτους.

Ο Μπούλ, ο οποίος μαζί με συναδέλφους του, όπως είναι ο Αλμπερτ Βριτζ του Πανεπιστημίου του πόρτσμουθ, έχει εισάγει πολλά πρωτοποριακά στοιχεία σε αυτόν τον τομέα, δηλώνει: «Αυτές οι καταθέσεις μοιάζουν με φιλική κουβεντούλα».

Ο Μπούλ, που έχει αναλύσει μαγνητοφωνημένο υλικό ανακρίσεων, ισχυρίζεται ότι οι αστυνομικές αρχές δεν έχουν αναφέρει ούτε μείωση του αριθμού τω ομολογιών ούτε κάποια περίπτωση δικαστικής πλάνης που προέκυψε από πλαστή ομολογία. Σε μία μελέτη του 2002, ερευνητές στη Σουηδία ανακάλυψαν ότι οι ανακρίσεις στις οποίες ακολουθούνταν λιγότερο επιθετικές τακτικές ήταν πιο πιθανό μα οδηγήσουν σε ομολογία.

Παρ’όλα αυτά, οι ερευνητές εξακολουθούν να δίνουν σημασία στο περιεχόμενο των απαντήσεων των υπόπτων.

Ο Κέβιν Κόλγουελ, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Νότιου Κονέκτικατ, έχει συνεργαστεί με αστυνομικά τμήματα, αξιωματούχους του Πενταγώνου και υπηρεσίες προστασίας ανηλίκων που πρέπει να ελέγξουν την εγκυρότητα αντικρουόμενων καταθέσεων γονέων και παιδιών. Υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι που σκαρφίζονται μια ιστορία προετοιμάζουν ένα σφιχτό σενάριο χωρίς πολλές λεπτομέρειες.

Βάσει του Κόλγουελ, «συμβαίνει ό,τι συνέβαινε όταν η μαμά σας σάς έπιανε να κάνετε αταξία και κάνατε κραυγαλέα λάθη. Ε, τώρα προσπαθείτε να τα αποφύγετε».

Αντιθέτως, οι άνθρωπο που λένε την αλήθεια δεν έχουν σενάριο, συνήθως μπορούν να θυμηθούν και λιγότερο σημαντικές λεπτομέρειες, ενώ μπορεί να κάνουν και λάθη. Είναι πιο άτσαλοι.

Οι ψυχολόγοι μελετούν εδώ και καιρό μεθόδους στις οποίες μπορεί να αξιοποιηθεί πρακτικά αυτή η αντίθεση. Χρησιμοποιώντας υλικό από μελέτες του Βριτζ και της Μάρσια Κ. Τζόνσον του Γέιλ, μεταξύ άλλων, ο Κόλγουελ και η Σέριλ Χίσκοκ-Ανισμαν του Πανεπιστημίου Λα Χόγια στην καλιφόρνια έχουν αναπτύξει μια τεχνική λήψης καταθέσεων που όπως φαίνεται, βοηθά στο διαχωρισμό του ψεύδους από την αλήθεια.

Η κατάθεση είναι χαμηλών τόων, αλλά απαιτητική. Ο ύποπτος πρέπει να ανακαλέσει μια ζωηρή ανάμνηση, όπως την πρώτη μέρα στο πανεπιστήμιο, επομένως οι ερευνητές έχουν στα χέρια τους ένα δείγμα του τρόπου με τον οποίο επικοινωνεί αυτός ο συγκεκριμένος άνθρωπος. Στη συνέχεια, ο ύποπτος αφηγείται αβίαστα τα γεγονότα που σχετίζονται με την υπόθεση, ανακαλώντας στη μνήμη του ό,τι συνέβει. Ύστερα από μερικές εύστοχες ερωτήσεις, ο ύποπτος περιγράφει το εν λόγω γεγονός ξανά, προσθέτοντας ήχους, οσμές και άλλες λεπτομέρειες. Ακολουθούν αρκετά στάδια.

Οι Κολγουέλ και Χίσκοκ-Ανισμαν αναφέρουν σε πολλές μελέτες τους μια σταθερή διαφορά: οι άνθρωποι που λένε ην αλήθεια έχουν την τάση να προσθέτουν 20 – 30% περισσότερες λεπτομέρειες που δεν σχετίζονται άμεσα με το θέμα της κατάθεσης από αυτούς που ψεύδονται. Η Χίσκοκ-Ανισμαν υπογραμμίζει: «Ετσι λειτουργεί η μνήμη, με συνειρμούς. Αν λες αλήθεια, αυτή η εγκεφαλική ανάκληση ενός γενικοτέρου πλαισίου πυροδοτεί ολοένα και περισσότερες δευτερεύουσες λεπτομέρειες».

Η επιστήμη εξελίσσεται γρήγορα. Οι Μπούλ, Βριτζ και Παρ-Αντερς Γκρανχαγκ του Πανεπιστημίου του Γκετεμποργκ στη Σουηδία ανακάλυψαν ότι η σταδιακή αναφορά στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί από προηγούμενη έρευνα κατά τη διαρκεια μιας κατάθεσης κάνει όσους ψεύδονται να αισθάνονται μεγαλύτερη πίεση.

Όλα αυτά μπορούν να γίνουν χωρίς απειλές και χειροδικία, πράγνα το οποίο κάνει τη διαδικασία ευκολότερη τόσο για τους αστυνομικούς όσο και για τους υπόπτους.

Benedict Carey

© 2007 - easyweb team