Στον βιομηχανικό χώρο 798 Space, ο οποίος βρίσκεται στην πιο ζωντανή για τη σύγχρονη τέχνη περιοχή του Πεκίνου, εγκαινιάζεται σήμερα η έκθεση «Διεμπειρίες - Ελλάδα 2008» με την οποία το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης συμμετέχει στο Πολιτιστικό Ετος της Ελλάδας στην Κίνα. Εργα 23 ελλήνων καλλιτεχνών που εργάζονται εντός και εκτός Ελλάδος παρουσιάζονται στην έκθεση, για την οργάνωση της οποίας βρέθηκε στο Πεκίνο και η διευθύντρια του μουσείου, κυρία Αννα Καφέτση.
Ζωγραφική, γλυπτική, σχέδια, εγκαταστάσεις και βιντεοεγκαταστάσεις από τις συλλογές του ΕΜΣΤ αλλά και από ιδιωτικές συλλογές σκοπεύουν να δείξουν το σύγχρονο εικαστικό πρόσωπο της χώρας σε μια πόλη που εξαιτίας των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και όχι μόνον έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση με επιμελήτρια την κυρία Καφέτση είναι πρόσφατα ή της τελευταίας δεκαετίας. Οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες είναι ο Ανδρέας Αγγελιδάκης, ο Στήβεν Αντωνάκος, ο Αλέξανδρος Γεωργίου, ο Γιώργος Δρίβας, η Λίνα Θεοδώρου, ο Γιάννης Κουνέλλης, ο Γιώργος Λάππας, ο Νίκος Ναυρίδης, η Μπία Ντάβου, ο Ζάφος Ξαγοράρης, η Νίνα Παπακωνσταντίνου, ο Λουκάς Σαμαράς, η Χριστιάνα Σούλου, η Δανάη Στράτου, ο Στέφανος Τσιβόπουλος, ο Κώστας Τσόκλης, ο Νίκος Χαραλαμπίδης, ο Γιώργος Χατζημιχάλης, η Κατερίνα Χρηστίδη, ο Τάσος Χριστάκης, η Χρύσα και ο Αλέξανδρος Ψυχούλης.
Ο τίτλος της έκθεσης, «Διεμπειρίες», προέρχεται από όρο τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει ένας κινέζος καλλιτέχνης, ο Τσεν Ζεν, ενώ στην προκειμένη περίπτωση σημαίνει και το πεδίο όπου οι επισκέπτες, φέροντας μαζί τους διαφορετικές ανθρωπογεωγραφίες, μύθους, θρησκευτικές τελετουργίες και πραγματικά πολιτικοκοινωνικά γεγονότα τοπικού ή παγκόσμιου ενδιαφέροντος, μπορούν να συμμετάσχουν σε μια κοινή εμπειρία. Αναμένεται έτσι με μεγάλο ενδιαφέρον η πρόσληψη της ελληνικής εικαστικής δημιουργίας τόσο από τους Κινέζους όσο και από τους επισκέπτες της χώρας. Η έκθεση θα διαρκέσει ως τις 15 Ιουλίου.
Παραπλεύρως παρατίθεται απόσπασμα από τον πρόλογο της Αννας Καφέτση στον κατάλογο της έκθεσης.
Σιαν Ζου: Ο κόσμος σου είναι η Κίνα ή η Δύση;
Τσεν Ζεν: Κάπου μεταξύ.
Στο πλαίσιο της συζήτησης για την πολιτισμική παγκοσμιοποίηση που διεξάγεται τα τελευταία χρόνια, και της συνακόλουθης ραγδαίας εκθεσιακής κινητικότητας σε κέντρα και περιφέρειες, ο λόγος περί διατομής των πολιτισμών οδηγεί ασφαλώς σε επανεξέταση του δυτικοκεντρισμού και ανάδειξη νέων καλλιτεχνικών μετώπων και περιοχών. Η αντίληψη κατά την οποία δεν υπάρχει ένα μόνο πολιτισμικό κέντρο αλλά ισότιμοι και αξιολογικά μη ιεραρχημένοι διαφορετικοί πολιτισμοί, δεν αποτελεί μόνο αναγκαία προϋπόθεση για μια γνήσια πολυπολιτισμική συνύπαρξη και αναγνώριση της διαφορετικότητας. Πολύ περισσότερο, ανοίγει τον δρόμο στη διαπολιτισμικότητα ή στις «διεμπειρίες», κατά τον ευρηματικό όρο που επινόησε ο σημαντικός κινέζος καλλιτέχνης Τσεν Ζεν (1955-2000), για να περιγράψει το φαινόμενο της σύγχρονης νομαδικότητας καλλιτεχνών, έργων και ιδεών, τη συνεχή μετατόπιση ανάμεσα σε διαφορετικές κουλτούρες, κοινωνίες και γλώσσες.
Τα μητροπολιτικά κέντρα δεν αποτελούν σήμερα τον μοναδικό προορισμό του ταξιδιού και των κάθε λογής εξόριστων ή άστεγων καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων. Αποκεντρωμένες αναζητήσεις καλλιτεχνών ή επιμελητών μεγάλων διεθνών εκθέσεων σε περιφέρειες εμπλουτίζουν εξίσου τον σύγχρονο καλλιτεχνικό λόγο, ανακαλύπτοντας και προσδίδοντας νέα περιεχόμενα σε τοπικότητες. Σε κάθε περίπτωση, ο διευρυμένος πολιτισμικός νομαδισμός διαγράφει μια νέα συνθήκη για τη δημιουργία, υποδοχή, και ιδιαίτερα την ερμηνεία της σύγχρονης τέχνης στις μέρες μας, μια συνθήκη υπέρβασης των εθνικών καλλιτεχνικών συνόρων και διάνοιξης μιας διαπολιτισμικής οικουμενικότητας.
Μέσα από τον συγχρωτισμό των σύγχρονων καλλιτεχνών με διαφορετικούς λαούς και κοινωνικές ομάδες, και τις διαπολιτισμικές, εκλεκτικές επαφές με τον υπόλοιπο κόσμο, που κατέστησαν δυνατές μέσω της παγκοσμιοποίησης, ιδιαίτερα της πληροφορικής, άνοιξε ο δρόμος για έναν επαναπροσδιορισμό της έννοιας της ταυτότητας και των ποικίλων ιδεολογικών της αναπαραστάσεων.
Στο πλαίσιο μιας νομαδικής κινητικότητας, κυριολεκτικής ή μεταφορικής, η ταυτότητα μετατοπίζεται από τις πάσης φύσεως διαχωριστικές γραμμές σε ανέστιες δραστηριότητες φερέοικων καλλιτεχνών, που, μέσα από την περισυλλογή πολυπολιτισμικής ενέργειας από διαφορετικά υποστρώματα και τόπους, αφομοιώνουν, μετασχηματίζουν, μεταφράζουν, αναμειγνύουν το ίδιο με το διαφορετικό, ενεργοποιούν τη δυνατότητα μιας καλλιτεχνικής υβριδίωσης.
Η συνθήκη αυτή υπέρβασης των εθνικών καλλιτεχνικών συνόρων επιβάλλει στα εθνικά μουσεία σύγχρονης τέχνης νέες στρατηγικές και ερμηνευτικές προσεγγίσεις, σε μια προοπτική κριτικής σύγκλισης του τοπικού με το παγκόσμιο. Καλούνται να ανοιχτούν χωρίς προκαταλήψεις και αποκλεισμούς στη θεώρηση και εμπειρία της τέχνης άλλων λαών, παρακολουθώντας και αναδεικνύοντας τις αλληλεπιδράσεις και την παραγωγική διακίνηση που παρατηρείται σήμερα στον παγκόσμιο καλλιτεχνικό χάρτη. Ταυτόχρονα, οφείλουν να μελετήσουν την τοπική καλλιτεχνική ιστορία και σύγχρονη παραγωγή στον ορίζοντα ποικίλων διασταυρώσεων, μείξεων και κοινών εμπειριών με τον υπόλοιπο κόσμο. Στον βαθμό που σημασία δεν έχει πλέον ο τόπος όπου ζουν και δημιουργούν οι καλλιτέχνες, όσο η έξοδος από τον εαυτό και η επανακατοίκησή του μέσα από την πολλαπλή εμπειρία της ετερότητας, η έννοια της καλλιτεχνικής διασποράς επιβάλλεται να συζητηθεί με νέους όρους.
Μέσα στο εννοιολογικό αυτό πλαίσιο, ο όρος του Τσεν Ζεν «διεμπειρίες», τον οποίο δανειζόμαστε στον τίτλο της παρούσας έκθεσης, προσφέρεται πράγματι σε μια εναλλακτική θεώρηση της σύγχρονης καλλιτεχνικής παραγωγής στην Ελλάδα, καθώς και της πρόσφατης ιστορίας της. Επιτρέπει αφενός την ένταξή της σε ένα διεθνές καλλιτεχνικό πλαίσιο, αναδεικνύοντας τις αλληλένδετες ή διαφορετικές εμπειρίες, τις διαλογικές σχέσεις και την επιθυμία επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο, πέρα από περιχαρακώσεις σε ταυτότητες και διαφορές, και αφετέρου τη διεύρυνση της έννοιας του εθνικού, ενσωματώνοντας τη διασπορά χωρίς τις αμφιβολίες και αντιφάσεις παλαιότερων και παραδοσιακών προσεγγίσεων.
Η καλλιτεχνική μετανάστευση στα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα της Δύσης δεν έπαψε να αποτελεί, κατά τους τελευταίους δύο αιώνες εθνικού βίου, τον αναγκαίο όρο επιβίωσης της τέχνης και των ελλήνων δημιουργών. Σε προγενέστερες περιόδους, η ανάγκη αυτή βιώνεται συνήθως ως δίλημμα ή μετεωρισμός μεταξύ Ανατολής και Δύσης, και ποικίλοι συγκρητισμοί μεταξύ εγχώριων παραδόσεων και δυτικού μοντερνισμού συχνά νομιμοποιούνται μέσα από την «ιθαγενοποίηση» των «ξένων δανείων» προς χάριν της «ελληνικότητας» της τέχνης. Αντίθετα, κατά την τελευταία εικοσαετία οι διαπολιτισμικές επαφές δεν νοούνται χωρίς μια ανοιχτή και πλήρως απενοχοποιημένη διαδικασία υπέρβασης του τοπικού, ένα διεπιστημονικό και διακαλλιτεχνικό άνοιγμα σε άλλα πεδία γνώσης και δημιουργίας, και μια εκτεταμένη χρήση καλλιτεχνικού υβριδισμού που επιβάλλουν η έξοδος από το εργαστήριο, η παραγωγή έργων insitu ή στον κυβερνοχώρο, και γενικότερα η ενσωμάτωση στα έργα τέχνης διαφορετικών πολιτισμικών και ανθρώπινων εμπειριών και καταστάσεων.
Είναι φανερό ότι οι διεμπειρίες, που περιγράφουν την επιθυμία των καλλιτεχνών να βγουν από τα ελληνικά σύνορα, ενθαρρύνουν εξίσου μια νέα διευρυμένη και, οπωσδήποτε, ρευστή σχέση με την πολιτισμική εντοπιότητα. Στη σχέση αυτή όχι μόνο το ίδιο με το άλλο συνυπάρχουν χωρίς να συγκρούονται, αλλά οι ίδιες αναφορές και σημασίες μπορούν να χρησιμοποιούνται, να διαβάζονται ή να μεταφράζονται με διαφορετικούς τρόπους. Η αντίληψη αυτή είναι εκ διαμέτρου αντίθετη με μια παραδοσιακή εκδοχή της διασποράς που προϋποθέτει διαχωρισμό μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, εδώ και εκεί, του γενέθλιου τόπου/ τόπου καταγωγής και της χώρας εγκατάστασης, και ανάγει συχνά τις πολλαπλές διασπορικές εμπειρίες που μαρτυρούνται στα έργα, σε μανιχαϊστικά δίπολα.
Η διεμπειρική θεώρηση διανοίγει στην παρούσα έκθεση, που συνοψίζει τον ανοιχτό χαρακτήρα της σημερινής εικαστικής πραγματικότητας στην Ελλάδα, ένα πεδίο ικανό να υποδεχτεί ελληνικής καταγωγής καλλιτέχνες της διασποράς μαζί με άλλους μονιμότερα εγκατεστημένους, παλαιότερους και νεότερους χωρίς ηλικιακές προκαταλήψεις, καθώς και μια σειρά γνωστά και εκλεκτά έργα που μαζί με πρόσφατες παραγωγές συστήνουν ένα νέο «δια-συγκείμενο» μεταξύ τους.
Σύμφωνα με την υποκείμενη ιδέα της έκθεσης, που άλλωστε συνάδει με ανάλογες μεθόδους και πρακτικές των ίδιων των δημιουργών, με κορυφαίο το παράδειγμα του διεθνούς καλλιτέχνη Γιάννη Κουνέλλη, το νέο περιβάλλον αποδεικνύεται ένα κατεξοχήν πεδίο συνέργειας. Φέρνει σε επαφή και όσμωση διαφορετικά έργα που παρήχθησαν σε άλλα καλλιτεχνικά συμφραζόμενα και πολιτισμικές συνδηλώσεις, έτσι ώστε η συμπαρουσία και αλληλεπίδρασή τους να παράγουν νέα, συχνά απροσδόκητα, επικοινωνιακά δίκτυα, σχέσεις και επανερμηνείες.
Στόχος μας είναι η δημιουργία ενός ευρύτατου πεδίου διεμπειριών, όπου ο επισκέπτης καλείται σαν άλλος «μετανάστης» να υπερβεί τις δικές του εθνικές και τοπικές ταυτίσεις, και να ανοιχτεί σε άλλες αφηγήσεις και ιστορίες. Μεικτά είδη καλλιτεχνικής έκφρασης, στα οποία διατέμνονται, μέσα από ένα πλούσιο δίκτυο διακειμενικών σχέσεων, η ζωγραφική με το βίντεο, η επί τόπου κατάσταση με τη γλυπτική και το Internet, η εγκατάσταση με τη φωτογραφία και το κείμενο ή η φωτογραφία με τον κινηματογράφο, διανοίγονται σε ποικίλους προβληματισμούς, φιλοσοφικούς, ψυχολογικούς, κοινωνιολογικούς και άλλους, με εμφανή μια κριτική και άλλοτε παιγνιώδη και ειρωνική στάση πάνω σε πραγματικά γεγονότα και υπαρκτές καταστάσεις. Αναζητούν τόπους και τρόπους της ανθρώπινης ύπαρξης, συμφιλιώνουν την τεχνολογία με θρησκευτικές εμπειρίες, προσεγγίζουν ενδοκοσμικά οράματα και θεοψίες, ανιχνεύουν τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας, οπτικοποιούν το άρρητο και τη σιωπή.
Μέσα από ποικίλες ανθρωπογεωγραφίες, μύθους, τελετουργίες, παγκόσμια ή τοπικά φαινόμενα βίαιων πολιτικο- κοινωνικών οριοθετήσεων και συγκρούσεων, και εν τέλει μέσα από ό,τι επενδύεται στις αναφορές αυτές ως βίωμα, μνήμη, έννοια ή μεταφορά, αποκαλύπτεται στον επισκέπτη η βαθύτατη κοινότητα της ανθρώπινης συνθήκης μέσα στη διαλεκτική εναλλαγή παρουσίας και απουσίας, ζωής και θανάτου. Παρά τις ασυνέχειες και τη ρευστότητα που συνοδεύουν το ταξίδι του σε άγνωστες και συχνά ανοίκειες καλλιτεχνικές περιοχές, ο επισκέπτης της έκθεσης θα έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει πολιτισμικές και διανοητικές συγκλίσεις, αφανείς δεσμούς και κοινούς τόπους, την ανθρώπινη διάσταση.
Η κυρία Αννα Καφέτση είναι ιστορικός της τέχνης, διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Άννα Καφέτση
|