Το οικονομικό επίπεδο και η ικανοποίηση από τη ζωή έχουν απόλυτη συνάφεια. Αυτό υποστηρίζει μια νέα έρευνα, η οποία ήρθε να ανατρέψει την κοινή πεποίθηση ότι το χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία και τηνεπιστημονική απόδειξή της, γνωστής ως παράδοξο του Ίστερλιν.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικονομία της Ιαπωνίας πέρασε σε μια φάση ταχύτατης ανάπτυξης που λίγα κράτη στον κόσμο είχαν γνωρίσει. Από το 1950 έως το 1970 το κατά κεφαλήν εισόδημα στη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου είχε αυξηθεί κατά επτά φορές. Κι όμως, όπως είχε δείξει μια έρευνα, το ποσοστό των πολιτών της Ιαπωνίας που δήλωναν ευτυχείς είχε πέσει στις αρχές της δεκαετίας του 1970 σε σχέση με τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Αυτή η αντίθεση έγινε το πιο φημισμένο παράδειγμα μιας θεωρίας γνωστής ως το παράδοξο του Ίστερλιν. Ο Ρίτσαρντ Ίστερλιν ήταν οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνιας και το 1974 δημοσίευσε μια μελέτη με την οποία υποστήριζε ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν οδηγούσε απαραίτητα σε μεγαλύτερη προσωπική ικανοποίηση. Οι κάτοικοι των φτωχών χωρών γίνονταν ευτυχέστεροι όταν κάλυπταν τις βασικές ανάγκες τους. Ωστόσο, το μεγαλύτερο οικονομικό επίπεδο δεν τους έδινε μεγαλύτερη ικανοποίηση. Για να το πούμε με την τρέχουσα ορολογία, όταν αποκτάς ένα iΡod δεν γίνεσαι πιο ευτυχής γιατί τότε θέλεις το iΡod Τouch. Το σχετικό εισόδημα, δηλαδή πόσα κερδίζεις σε σχέση με τους υπόλοιπους, έπαιζε μεγαλύτερο ρόλο από το απόλυτο εισόδημα, έγραφε ο Ίστερλιν.
Το παράδοξο έγινε σύντομα μια κλασική θεωρία της Κοινωνιολογίας και ήταν η επιστημονική απόδειξη της κοινής πεποίθησης ότι τα χρήματα δεν αγοράζουν την ευτυχία. Σήμερα, όμως, εκείνη η θεωρία αμφισβητείται. Την περασμένη βδομάδα, δύο καθηγητές, κατά σύμπτωση από το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνιας, υποστήριξαν ότι το χρήμα βοηθάει στην κατάκτηση της ευτυχίας, ακόμη και αν δεν την εγγυάται. Όπως σημειώνουν στη μελέτη τους η Μπέτσι Στίβενσον και ο Τζάστιν Γούλφερς, στο διάστημα των 34 χρόνων από τότε που ο Ίστερλιν διατύπωσε τη θεωρία του, πολλές δημοσκοπικές έρευνες έχουν αποδείξει ακριβώς το αντίθετο. «Το βασικό μήνυμα- δήλωσε η Στίβενσον- είναι ότι το εισόδημα παίζει ρόλο». Πρόκειται για πλήρη ανατροπή: Σύμφωνα με τους δύο καθηγητές, το απόλυτο εισόδημα είναι πιο σημαντικό από το σχετικό. Απ΄ ό,τι φαίνεται, το iΡod Τouch δεν έχει και τόση σημασία.
Η διατύπωση της ερώτησης
Η ΙΑΠΩΝΙΚΗ «ΑΝΩΜΑΛΙΑ» εξηγείται από τη διατύπωση της ερώτησης. Έως τις αρχές της δεκαετίας του 1960, η πιο θετική απάντηση που προσέφεραν στους ερωτώμενους οι δημοσκόποι ήταν: «Μολονότι δεν είμαι τελείως ικανοποιημένος, γενικά είμαι ικανοποιημένος με τη ζωή μου αυτή τη στιγμή». Από το 1964, αυτή η φράση αντικαταστάθηκε με το σαφώς πιο απλό «απόλυτα ικανοποιημένος». Εάν λάβουμε υπ΄ όψιν μας μόνο τα έτη κατά τα οποία η απάντηση είναι η ίδια, θα δούμε ότι το ποσοστό των ανθρώπων που δηλώνουν «ικανοποιημένοι» ή «απόλυτα ικανοποιημένοι» έχει αυξηθεί. Ναι, το χρήμα μπορεί να μην αγοράζει την ευτυχία. Αλλά κάποιος δεν είχε προσθέσει ότι μπορεί να νοικιάσει αρκετή;
[ ΑΙΧΜΕΣ ]
Περί ευτυχίας και άλλων δεινών
Της Φωτεινής Tσαλίκογλου
Τι σημαίνει ευτυχία; Όπως η αλήθεια είναι πάντα κάτι διαφορετικό από την ακρίβεια, έτσι και η έννοια της ευτυχίας δεν ταυτίζεται με την «ικανοποίηση των αναγκών». Εύκαμπτη, ευκίνητη, δυσεντόπιστη, η ευτυχία δραπετεύει από τα γραφήματα τα οποία και αντιπαθεί (με την καρδιά της!). Αντίθετα, η ευτυχία αρέσκεται στην ειρωνεία. Είναι γνωστό για παράδειγμα ότι όχι μόνον η απώλεια των αγαθών αλλά και ο αιφνίδιος πλούτος μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη. Σε κάθε περίπτωση, κανένα γράφημα δεν θα μπορέσει να αποτυπώσει τι σημαίνει ευτυχία σε ατομικό επίπεδο. Η ευτυχία δεν ποσοτικοποιείται, δεν προσμετράται, δεν αποτυπώνεται. Δεν παίρνει βαθμό. «Ολίγον» ή «σχεδόν» ευτυχής. Πιο επιρρεπής σε γραφήματα και αποτυπώσεις προβάλλει η «ικανοποίηση των αναγκών». Μένει βέβαια να προσδιορίσουμε για ποιες ανάγκες μιλάμε. Ανάμεσα στην ανάγκη για νερό, στέγη και τροφή και στην ανάγκη της αυτο-πραγμάτωσης ο δρόμος είναι σκοτεινός, πολύπλοκος και δαιδαλώδης, και τα γραφήματα λίγο πολύ ανεπαρκή στο να τον αποτυπώσουν.
David Leonhardt
|