Κάποτε µας εκδικούνται οι λέξεις, παίρνοντας πίσω το αίµα τους από τα πράγµατα. Δυο παραδείγµατα: «συναίνεση» και «ανασχηµατισµός», λέξεις που παίζουν (και µας εµπαίζουν) µε την αµφίβολή τους σηµασία, η οποία ευνοεί, (ενµέρει ή ενόλω) τη διπλωµατική υποκρισία. Μοιάζοντας περισσότερο µε µάσκες που φοριούνται και ανταλλάσσονται, για να αποκρύψουν πραγµατικές θέσεις και προθέσεις. Στη συγκεκριµένη πάντως περίπτωση η «συναίνεση» πήγε φούντο, προτού να δύσει καν ο ήλιος της κρίσιµης ηµέρας (15 τρέχοντος µηνός). Οσο για τον ανασχηµατισµό, αναζητείται πάντα ο πολιτικός και οικονοµικός µετασχηµατιστής του, πέρα από τα εναλλασσόµενα πρόσωπα και προσωπεία. Αλλως το νέο σχήµα µπορεί να αποδειχτεί κλοιός, που κάποιοι υπόσχονται να τον τετραγωνίσουν. Στο µεταξύ έµεινε στα ρέστα και η λαϊκή αγανάκτηση (άλλη µια λέξη αµφίβολης σηµασίας), που η τύχη της εξαρτάται από το πώς τη µοιράζουν και τη µοιράζονται οι κάθε λογής αγανακτισµένοι, για τους οποίους πάντως δεν υπάρχει συναινετική εκτίµηση. Απόδειξη το πικρόχολο άρθρο του Γιώργου Σιακαντάρη (διδάκτορα Κοινωνιολογίας), στα «Νέα» (16 τρέχοντος), που το απόσταγµά του δύσκολα καταπίνεται. Τίτλος του: «Ταχρίρ Vs Συντάγµατος». Υπότιτλος: «Από το αραβικό κίνηµα εκδηµοκρατισµού στην ελληνική άρνηση της δηµοκρατίας». Συµπέρασµα: «Αν µέχρι σήµερα στις αραβικές χώρες η κίνηση είναι από το αίτηµα εκδηµοκρατισµού προς τη δηµοκρατία, στην Ελλάδα των «αγανακτισµένων» η κίνηση είναι από την οργή προς την κατάργηση της κοινοβουλευτικής δηµοκρατίας. Η χθεσινή πολιορκία της Βουλής και οι απόπειρες εισβολής στο Κοινοβούλιο, δυστυχώς, το επιβεβαιώνουν». Οσοι πάντως προτιµούν (σαδοµαζοχιστικά έστω) την πικρή απαισιοδοξία από τη γλυκύβραστη αισιοδοξία (µε τους πρώτους συντάσσεται χρόνια τώρα και ο επιγραφόµενος) µπορούν να βρουν αναδροµικό σύµµαχο τον Σεφέρη. Εννοείται ειδικότερα το εξάστροφο ποίηµα «Θεατρίνοι, Μ.Α», εντοπισµένο και χρονολογηµένο («Μέση Ανατολή, Αύγουστος ‘43»), όπου οµολογεί ο ποιητής τη δική του στυφή αγανάκτηση για όσα οπερετικά συνέβαιναν την εποχή εκείνη στους κόλπους των αυτοεξόριστων ελλήνων πολιτικών, εν ονόµατι µάλιστα µιας υποκριτικής συναίνεσης. Το αντιγράφω ολόκληρο: Στήνουµε θέατρα και τα χαλνούµε/ όπου σταθούµε κι όπου βρεθούµε/ στήνουµε θέατρα και σκηνικά, / όµως η µοίρα µας πάντα νικά. / Και τα σαρώνει και µας σαρώνει/ και τους θεατρίνους και το θεατρώνη/ υποβολέα και µουσικούς/ στους πέντε ανέµους τους βιαστικούς. / Σάρκες, λινάτσες, ξύλα, φτιασίδια, / ρίµες, αισθήµατα, πέπλα στολίδια, / µάσκες, λιογέρµατα, γόοι και κραυγές/ κι επιφωνήµατα φωνήµατα και χαραυγές / ριγµένα ανάκατα µαζί µ’ εµάς/ (πες µου πού πάµε; πες µου πού πας;)/ πάνω απ’ το δέρµα µας γυµνά τα νεύρα/ σαν τις λουρίδες ονάγρου ή ζέβρα/ γυµνά κι ανάερα, στεγνά στην κάψα/ (πότε µας γέννησαν; πότε µας θάψαν;)/ και τεντωµένα σαν τις χορδές/ µιας λύρας που ολοένα βουίζει. ∆ες/ και την καρδιά µας· ένα σφουγγάρι, / στο δρόµο σέρνεται και στο παζάρι/ πίνοντας το αίµα και τη χολή/ και του τετράρχη και του ληστή. Για να ελαφρώσω κάπως την ατµόσφαιρα, περνώ στις απρόβλεπτες συµπτώσεις, που υπόσχεται ο τίτλος του µονοτονικού. Κοινός παρονοµαστής το Κάιρο. Το Ταχρίρ είναι η σηµερινή πλατεία Ελευθερίας, όπου φτούρησε ο γενναίος αγώνας του εκδηµοκρατισµού των Αιγυπτίων. Στο Κάιρο βρίσκεται ο Σεφέρης, όταν φαντάζεται τους «Θεατρίνους» του. Στο Κάιρο βρέθηκα κι εγώ για ένα πενθήµερο, από την Παρασκευή 10 του µηνός έως την κρίσιµη Τετάρτη της µάταιης συναίνεσης, 15 του µηνός. Γιατί και πώς προέκυψε αυτή η πενθήµερη επίσκεψη «Κάιρο - Αλεξάνδρεια, Αλεξάνδρεια - Κάιρο» είναι µια άλλη ιστορία, που ελπίζω σύντοµα να τη διηγηθώ. Εδώ ας πω µονάχα πως οφείλεται έµµεσα στον Αλεξανδρινό Καβάφη και άµεσα στον Νίκο Ξυδάκη, που γεννήθηκε στο Κάιρο, έζησε εκεί έως τα έντεκά του χρόνια και έχει γράψει ένα µικρό κείµενο διαµάντι για τη µαγική αυτή πόλη. Που τη διασχίζει ο Νείλος, το πιο µακρύ ποτάµι του κόσµου· που τις ανεύρετες πηγές του αναζητούσε ο Ηρόδοτος· που ενέπνευσε στον Σεφέρη τον «Γέροντα στην Ακροποταµιά» – ένα από τα πιο στοχαστικά του ποιήµατα (στο Κάιρο κι αυτό γραµµένο, στις 20 Ιουνίου του ‘42), από όπου οι επόµενοι στίχοι: Κι όµως πρέπει να λογαριάσουµε κατά που προχωρούµε, / όχι καθώς ο πόνος µας το θέλει και τα πεινασµένα παιδιά µας/ και το χάσµα της πρόσκλησης των συντρόφων από τον αντίπερα γιαλό· (…)/ αλλά µε κάποιον άλλον τρόπο, µπορεί να θέλω να πω καθώς/ το µακρύ ποτάµι που βγαίνει από τις µεγάλες λίµνες τις κλειστές βαθιά στην Αφρική/ κι ήτανε κάποτε θεός κι έπειτα γένηκε δρόµος και δωρητής και δικαστής και δέλτα·/ που δεν είναι ποτές του το ίδιο, κατά που δίδασκαν οι παλαιοί γραμµατισµένοι, / κι ωστόσο µένει πάντα το ίδιο σώµα, το ίδιο στρώµα, το ίδιο Σηµείο, / ο ίδιος προσανατολισµός.
Δημήτρη Ν.Μαρωνίτη
|