Ηδη, σε περισσότερες από τριάντα επτά χώρες, η διατροφική ανασφάλεια έχει προκαλέσει εξεγέρσεις. Είναι οι φτωχότεροι των αστικών κέντρων που ξεσηκώνονται, όχι ακόμα οι αγρότες και η μεσαία τάξη. Θα το κάνουν όμως, εάν η τιμή των διατροφικών προϊόντων συνεχίσει να αυξάνεται. Κανείς, άλλωστε, δεν πρόκειται να εμποδίσει κάτι τέτοιο, ενώ κατά παράδοξο τρόπο ποτέ άλλοτε η παραγωγή δεν ήταν τόσο άφθονη.
Η ραγδαία άνοδος των τιμών δεν οφείλεται, λοιπόν, σε έλλειψη αλλά σε άλλους παράγοντες. Κι έτσι, σε βάθος χρόνου θα υπάρξουν νέες εξεγέρσεις. Οι οποίες θα μεταφραστούν σε νέες μεταναστεύσεις προς τις αναπτυγμένες χώρες του Βορρά. Γιατί το κόστος διατροφής αντιπροσωπεύει μέχρι και το 75% του οικογενειακού εισοδήματος στις φτωχές χώρες, ενώ στις πλούσιες μόνο το 15%.
Για να προλάβουν τα επερχόμενα προβλήματα, κάποιες κυβερνήσεις πήραν ήδη μέτρα: το Καζακστάν σταμάτησε τις εξαγωγές σίτου, η Ινδονησία περιόρισε τις εξαγωγές ρυζιού, το ίδιο έκαναν η Αργεντινή, το Βιετνάμ και η Ρωσία για το σιτάρι, το ρύζι και τη σόγια, ενώ οι Φιλιππίνες κήρυξαν πόλεμο στους κερδοσκόπους.
Οι τιμές, όμως, συνεχίζουν να σκαρφαλώνουν. Από τον περασμένο Μάρτιο, το γάλα αυξήθηκε κατά 80%, η σόγια 87%, το σιτάρι 130%. Η Παγκόσμια Τράπεζα, που φέρει μεγάλη ευθύνη στην υπόθεση, επιβεβαιώνει ότι οι αυξήσεις έσπρωξαν στην ένδεια περισσότερα από εκατό εκατομμύρια ανθρώπους. Και το Διεθνές Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης υπολογίζει ότι για κάθε αύξηση 1% στην τιμή των βασικών προϊόντων, 16 εκατομμύρια άνθρωποι βυθίζονται σε διατροφική ανασφάλεια. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2025, περισσότερο από 1,2 δισεκατομμύρια άνθρωποι πιθανόν να μην έχουν πια να φάνε.
Πού οφείλεται, λοιπόν, η έκρηξη; Σε τέσσερις, κυρίως αιτίες:
1 Κατ' αρχάς, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου σε χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία άλλαξε τις διατροφικές συνήθειες. Η νέα μεσαία τάξη τρώει συχνότερα κοτόπουλο και χοιρινό, πρέπει λοιπόν να διπλασιαστεί ή και να τριπλασιαστεί η κτηνοτροφία. Τα ζώα αυτά, που τρέφονται με δημητριακά, καταναλώνουν πλέον το μεγαλύτερο μέρος της συγκομιδής.
Οσο θ' αυξάνει ο πληθυσμός της γης αλλά και η αγοραστική δύναμη στις «αναδυόμενες» χώρες, η ανάγκη σε δημητριακά θα γίνεται πιεστικότερη. Οδεύουμε προς μία δομική αλλαγή, την οποία περιγράφει ο οικολόγος διανοητής Λέστερ Μπράουν: «Οταν οι Κινέζοι θα καταναλώνουν όσο κρέας και οι Αμερικανοί, τότε θα χρειάζονται το 50% της παγκόσμιας παραγωγής δημητριακών».
2 Η δεύτερη αιτία είναι η παραγωγή βιοκαυσίμων. Η γη που αφιερώνεται σ' αυτές τις καλλιέργειες δεν παράγει πια τρόφιμα. Κι αυτό θα χειροτερεύει, γιατί η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφάσισε ότι 10% των καυσίμων που θα καταναλώνονται το 2020 πρέπει να προέρχονται από βιοκαύσιμα. Ο αμερικανός πρόεδρος δήλωσε το ίδιο για το 2017, σε ποσοστό 15%. Χώρες όπως η Σενεγάλη και η Ινδονησία επέλεξαν να παράγουν πλέον βιοκαύσιμα και όχι τρόφιμα. Εν μέρει υπεύθυνο για την κατάσταση αυτή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαβεβαιώνει ότι 20-50% της παγκόσμιας συγκομιδής καλαμποκιού προορίζεται ήδη για βιοκαύσιμα.
3 Η τρίτη αιτία είναι ότι η τεράστια αύξηση της τιμής του πετρελαίου προκαλεί αυξήσεις στις μεταφορές, άρα και στα διατροφικά προϊόντα.
4 Τέλος, υπάρχει και η κερδοσκοπία. Αφήνοντας την κρίση των «subprime», τα επενδυτικά κεφάλαια στοιχηματίζουν σήμερα στα αγροδιατροφικά προϊόντα. Αγοράζουν και αποθηκεύουν υπολογίζοντας στην αύξηση. Υπολογίζεται ότι περίπου 10% της αύξησης οφείλεται στους κερδοσκόπους, που δεν διστάζουν να πλουτίζουν ακόμα και προκαλώντας λιμό.
Για να φρενάρουν τη χρηματοοικονομική κρίση, οι κεντρικές τράπεζες, οι κυβερνήσεις και τα μεγάλα θεσμικά ιδρύματα δεν δίστασαν να ξοδέψουν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Οσον αφορά στην καταπολέμηση της διατροφικής κρίσης, όμως, μόνο δειλά βήματα γίνονται διεθνώς. Μπορεί το να σώσεις μια τράπεζα να είναι επιτακτική ανάγκη αλλά το να σώσεις εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές είναι λιγότερο επείγον.
Καιρό πριν, οι πλουσιότερες χώρες δεσμεύτηκαν να αφιερώσουν 0,7% του ΑΕΠ τους για να βοηθήσουν τις φτωχότερες χώρες. Ελάχιστες είναι εκείνες που κράτησαν την υπόσχεσή τους. Και μάλιστα το σύνολο της βοήθειας μειώθηκε πέρσι κατά 8,4%. Οπως μειώθηκε και οι βοήθεια προς τη γεωργία των χωρών του Νότου κατά 50%, τα τελευταία είκοσι χρόνια. Γιατί λοιπόν προκαλούν εντύπωση οι εξεγέρσεις; Τι περιμένουμε για να θεσμοθετήσουμε, επιτέλους, ένα Διεθνές Ταμείο ενάντια στη φτώχεια;
*Το άρθρο του ΙΓΝΑΣΙΟ ΡΑΜΟΝΕ είναι το πρώτο στο πλαίσιο της συνεργασίας του πρώην διευθυντή της «MONDEDIPLOMATIQUE» με την «Κ.Ε.» Μια φορά τον μήνα ο γνωστός δημοσιογράφος θα αρθρογραφεί για τα μεγάλα θέματα της διεθνούς επικαιρότητας.
Ignacio Ramonet
|