ΒΑΡΒΑΡΑ ΤΕΡΖΑΚΗ
 
Επικοινωνία
Μητρότητα - εργασία, δύσκολος συνδυασμός (Η Καθημερινή)

«Εφυγα από τη δουλειά λίγο μετά τη γέννα. Δυστυχώς, δεν μπορούσαν να συνδυαστούν εργασία και μητρότητα. Εμείς είχαμε ωράριο 8 π.μ.–4 μ.μ., αλλά η πίεση να μείνουμε έως και ένα δίωρο επιπλέον ήταν πολύ συχνή. Τότε έπαιρνα 900 ευρώ καθαρά. Μια γυναίκα που θα κρατούσε το παιδί 8 π.μ.–5 μ.μ. ήθελε τουλάχιστον 500 - 600 ευρώ. Βάλε τις μετακινήσεις και τα άλλα έξοδα, τι μου έμενε;» λέει στην «Κ» η Βίκυ (38 ετών), η οποία εργαζόταν σε ασφαλιστική εταιρεία.

«Δούλευα σε φροντιστήριο. Στην αρχή κάθε σχολικής χρονιάς υπέγραφα σύμβαση. Οταν έμεινα έγκυος, το έκρυψα. Αλλιώς δύσκολα θα με έπαιρναν στη δουλειά και ας εργαζόμουν εκεί για πολλά χρόνια. Κυριολεκτικά γέννησα μέσα στην τάξη, αφού πήγαινα στη δουλειά μέχρι την προηγουμένη. Κι ύστερα, βεβαίως, δεν πήρα ολόκληρη την άδεια γέννας», μάς εξομολογείται η 40χρονη Κική.

Πάνω από 78.000 γυναίκες στην Ελλάδα αναγκάστηκαν να αφήσουν τη δουλειά τους το 2006, λόγω των υποχρεώσεων στη φροντίδα μικρών παιδιών ή εξαρτώμενων ανηλίκων και άλλων οικογενειακών λόγων. Δεν ξέρουμε πόσες, σίγουρα όμως πολλές χιλιάδες, ανέβαλαν την απόφαση της γέννας περιμένοντας καλύτερες συνθήκες. Εργαζόμενη και μητέρα, σχέσεις συγκρουόμενες σε μια Ελλάδα που γερνάει, καθώς τα ζευγάρια δεν αποκτούν όσα παιδιά θα επιθυμούσαν. Κι ενώ όλοι κατανοούν την άμεση σχέση του ασφαλιστικού με το δημογραφικό, οι πρόσφατες επιλογές έρχονται να δυσκολέψουν ακόμα περισσότερο τις μητέρες.

«Πώς θα τα βγάλουμε πέρα;»

Εντονη είναι η δυσαρέσκεια μεταξύ των γυναικών για τις νέες ασφαλιστικές ρυθμίσεις, που προβλέπουν δυνατότητα συνταξιοδότησης για τις μητέρες ανηλίκων στα 55 έτη από τα 50. «Σήμερα το παιδί μου το κρατούν οι γονείς μου», λέει στην «Κ» η Λίζα, 45 ετών, που μεγαλώνει το παιδί μόνη της. «Οταν φτάσω στα 55 οι γονείς μου θα είναι πάνω από 90 χρόνων. Ποιος θα με βοηθήσει; Αν βγω πρόωρα, στα 50, όπως υπολόγιζα, χάνω 6% κάθε χρόνο, δηλαδή μείον 30%! Βάλε και τη μείωση από το επικουρικό, τι μένει; Πώς θα τα βγάλουμε πέρα;»

Το ποσοστό απασχόλησης γυναικών στην Ελλάδα είναι πολύ μικρότερο του αντιστοίχου των ανδρών (47% έναντι 61%) και το χαμηλότερο στην Ευρώπη μαζί με την Ιταλία. Πέρα από τους ιστορικούς ή κοινωνικούς λόγους, σίγουρα επιδρά το ότι δεν υπάρχει ουσιαστική βοήθεια στην εργαζόμενη μητέρα.

Η κατάσταση στον ιδιωτικό τομέα είναι πάρα πολύ δύσκολη. Η πίεση ξεκινά από την πρόσληψη. Κάθε γυναίκα που δίνει συνέντευξη για να πιάσει δουλειά συχνά βρίσκεται ενώπιον ενός ερωτήματος, που μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικό: «Ποια είναι η οικογενειακή σας κατάσταση;». Μέχρι σήμερα η άδεια ανατροφής στον ιδιωτικό τομέα (διάρκειας 3,5 μηνών) είναι χωρίς αποδοχές. Ποια μπορεί να την πάρει, πολύ περισσότερο όταν γνωρίζει ότι είναι πιθανό να χάσει τη δουλειά της; Συχνά, οι εργοδότες αρνούνται ακόμα και αυτή την άδεια. Το αποτέλεσμα; Το ψυχικό και σωματικό βάρος της εργαζόμενης μητέρας, που τρέχει να προλάβει, το έντονο στρες που υποσκάπτει υγεία και οικογενειακή ζωή, η άρνηση τελικά να αποκτήσει τον αριθμό παιδιών που επιθυμεί, η υπογεννητικότητα.

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες το Δημόσιο μοιάζει με... μαιευτήριο. «Περίμενα να μπω στο Δημόσιο για να γεννήσω», λέει στην «Κ» η 40χρονη Μαρία, καθηγήτρια μέσης εκπαίδευσης. Δεν είναι λίγες οι γυναίκες που συνδέουν τον οικογενειακό τους προγραμματισμό με την είσοδο στον δημόσιο τομέα. Η εννιάμηνη άδεια ανατροφής (επιπλέον της άδειας γέννας) με πλήρεις αποδοχές (και ασφαλιστική κάλυψη) που προβλέπει ο δημόσιος τομέας για τις μητέρες, έχει αποδειχθεί η καλύτερη ενθάρρυνση και αποτελεί ενέργεια των απολύτως αναγκαίων μέτρων.

Ελαστικό ωράριο

Η ανεπάρκεια των υφιστάμενων μέτρων υπογραμμίζεται στο πλαίσιο της καινούργιας πραγματικότητας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες, τόσο στην εργασία όσο και στην κοινωνία. Καταρχήν, η επιμήκυνση των ωραρίων εργασίας πιέζει αφάνταστα τις μητέρες. Ακόμα και σε θέσεις εργασίας που παλαιότερα διακρίνονταν για τη σταθερότητα των ωραρίων τους, αυτό σήμερα δεν ισχύει. Η 28χρονη Δήμητρα, νέα μητέρα και εργαζόμενη στην Εθνική Τράπεζα, λέει ότι «οι περισσότεροι υπάλληλοι κάθονται έως και μία ώρα μετά τη λήξη του ωραρίου».

Η ανεργία σαρώνει στις γυναίκες – και τις μητέρες προφανώς. Τις 245.000 έφτασαν οι άνεργες (σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ), ποσοστό 12,4%, πολύ υψηλότερο των ανδρών, ενώ 182.800 γυναίκες ψάχνουν μάταια για δουλειά πάνω από ένα χρόνο. Το αποτέλεσμα; Το 52% των ανασφάλιστων εργαζομένων την περίοδο Ιουλίου–Σεπτεμβρίου του 2007 ήταν γυναίκες.

Η ελαστική εργασία τσακίζει. Η Δέσποινα (43 ετών) είναι εργαζόμενη σε σούπερ μάρκετ, αλλά καλύπτει «τρύπες» στο πρόγραμμα. «Μαθαίνουμε τηλεφωνικά τις βάρδιές μας την προηγούμενη μέρα. Συχνά έχω σπαστό ωράριο. Πώς να προγραμματίσω τη φροντίδα του 3χρονου παιδιού μου;» Η «σωτηρία» έρχεται, στην περίπτωση της Δέσποινας, από τη γιαγιά. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι.

Καθώς οι γυναίκες είναι οι πιο κακοπληρωμένες (τρεις στους τέσσερις μισθωτούς με καθαρό εισόδημα κάτω των 500 ευρώ είναι γυναίκες!) αποφασίζουν συχνά να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους.

Στην Ευρώπη

Κι όμως, δεν είναι νομοτέλεια η επιλογή ή μητέρα ή εργαζόμενη. Σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες, όπως στη Δανία, την Ολλανδία, τη Σουηδία και τη Μεγάλη Βρετανία, η υποστήριξη στη μητέρα είναι μεγάλη. Οπως υπογραμμίζει στην «Κ» η κ. Χάρις Συμεωνίδου, ερευνήτρια του ΕΚΚΕ (Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών): «Στη Σουηδία υπάρχει άδεια ανατροφής με αποδοχές 36 μηνών, στη Γαλλία δίνεται πολύ μεγάλη υποστήριξη στα τρία παιδιά, ενώ στη Γερμανία υπάρχουν πολύ σημαντικά επιδόματα από το πρώτο παιδί κιόλας, τα οποία κλιμακώνονται σε κάθε γέννα».

Στην Ελλάδα, πολλές μητέρες, οι οποίες προσπαθούν να ξαναμπούν στην αγορά εργασίας, υποχρεώνονται σε πολύ αρνητικούς όρους. «Πολλές μητέρες είναι διατεθειμένες να κάνουν οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Ψάχνουν για 4ωρη εργασία με 300–400 ευρώ, ενώ ανθεί και η μαύρη εργασία», μας λέει η Βίκυ. Σήμερα, οκτώ στους δέκα μερικώς απασχολούμενους είναι γυναίκες. Δεν είναι όμως δική τους επιλογή. Μεγάλο μέρος των γυναικών που εργάζεται με μειωμένο ωράριο δηλώνει, σύμφωνα με έρευνα της ΕΣΥΕ, ότι θα επιθυμούσε πλήρες ωράριο, αλλά δεν βρήκε ανάλογη εργασία. «Θέλω να ξαναδουλέψω. Αλλά θα βρω; Ποιος θα πάρει για δουλειά μια γυναίκα 40 ετών με ανήλικο παιδί;» ρωτάει η ίδια.

Τα ζευγάρια κάνουν λιγότερα παιδιά για οικονομικούς λόγους

Η μείωση της γονιμότητας και κατά συνέπεια η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα έχει βασικά οικονομικά και κοινωνικά αίτια, οφείλεται δηλαδή στη μη ουσιαστική στήριξη της μητέρας και της οικογένειας, που πιέζεται από την οικονομική καχεξία και την εργασιακή ανασφάλεια. Πρόκειται για συμπέρασμα ερευνών του Εθνικού Κέντρου Ερευνών (ΕΚΚΕ), που καταδεικνύουν ότι τα ζευγάρια στην Ελλάδα επιθυμούν περισσότερα παιδιά από όσα κάνουν τελικά. Ο λόγος;

«Το συμπέρασμα που προκύπτει από τη μέχρι τώρα επεξεργασία των στοιχείων της μελέτης είναι η επιβεβαίωση του οικονομικο-κοινωνικού χαρακτήρα της μείωσης της γονιμότητας και συνεπώς η αναγκαιότητα θέσπισης και εφαρμογής νέων μέτρων, τα οποία θα εναρμονίζουν την οικογενειακή με την εργασιακή ζωή. Είναι απαραίτητα η διαρκής αξιολόγηση και ο επαναπροσδιορισμός της νομοθεσίας και των μεθόδων κοινωνικής πρόνοιας για την επίλυση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας μας», τονίζει η κ. Χάρις Συμεωνίδου, οικονομολόγος - δημογράφος και διευθύντρια Ερευνών του ΕΚΚΕ.

«Με βάση τις έρευνες που έχουμε διεξαγάγει στο ΕΚΚΕ (1983, 1997, 1999) και τα στοιχεία μιας πιο πρόσφατης μελέτης μας (2004), προκύπτει ότι η κύρια αιτία της μείωσης της γονιμότητας στην Ελλάδα πρέπει να αναζητηθεί στον οικονομικό τομέα. Επειδή, δε, ο “επιθυμητός” και ο “ιδανικός” αριθμός παιδιών είναι σαφώς υψηλότεροι από τον πραγματικό, η όποια οικογενειακή - δημογραφική πολιτική θα πρέπει να στοχεύει: α) Στην αύξηση του οικογενειακού εισοδήματος μέσω επιδομάτων, άλλων σχετικών ενισχύσεων και καταπολέμησης της ανεργίας, β) στην εξασφάλιση κρατικής υποδομής για την εναρμόνιση της οικογενειακής και εργασιακής ζωής των ζευγαριών, ώστε να είναι δυνατόν οι εργαζόμενες γυναίκες να αποκτούν τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν και να μην “εξαναγκάζονται” να επιλέγουν τη μητρότητα ή την εργασία», υπογραμμίζει η κ. Συμεωνίδου.

Οι ερευνητές του ΕΚΚΕ πραγματοποίησαν και μια αξιολόγηση των θεσπισμένων μέτρων υπέρ της μητρότητας. «Ενα από τα θεωρούμενα και σημαντικότερα μέτρα, η γονική άδεια (Ν. 1483/84), όπως εφαρμόζεται στην Ελλάδα χωρίς αποδοχές είναι ένα εξαιρετικά αναποτελεσματικό μέτρο δημογραφικής πολιτικής», υπογραμμίζει η κ. Συμεωνίδου. «Αντίθετα, η γονική άδεια στον δημόσιο τομέα (Π.Δ. 193/88) φαίνεται αποτελεσματικό μέτρο εφόσον επενεργεί θετικά σε 20 νομούς και αρνητικά μόνο σε έναν. Επίσημη άδεια 9 μηνών με αποδοχές που δίνεται στις μητέρες δημοσίους υπαλλήλους έχει τη σημαντικότερη στατιστικά θετική επίδραση στη γονιμότητα». Ως αποτέλεσμα των ανεπαρκών μέτρων, η Ελλάδα είναι, μαζί με την Ιταλία, η πλέον γηρασμένη χώρα τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, καθώς το 2001, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του πληθυσμού, το ποσοστό των ηλικιωμένων (65 ετών και άνω) αγγίζει το 17% του συνολικού πληθυσμού.

 Γιάννη Ελαφρου

© 2007 - easyweb team