PIERRE ASSOULINE
Οι προσκεκλημένοι,
μετ.: Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Πόλις
«Ενα δείπνο είναι σαν μια ταινία: το μυστικό είναι ο ρυθμός» αποφαίνεται ένα από τα πρόσωπα του μυθιστορήματος του Πιερ Ασουλίν. Ενα δείπνο είναι μια δεξιοτεχνική σκηνοθεσία, μια σκηνογραφική άσκηση, ένα απαιτητικό μονόπρακτο. Ενα δείπνο είναι ένα έργο τέχνης. Και πάνω απ’ όλα, ένα δείπνο είναι μια μηχανή μέσα στην οποία δεν επιτρέπεται να παρεισδύσει και ο απειροελάχιστος κόκκος άμμου.
Κι όμως, στο δείπνο που παραθέτει στο σπίτι της, στο αριστοκρατικό έβδομο διαμέρισμα του Παρισιού η σχολαστική κυρία Ντυ Βιβιέ -μια αριστοτεχνικά σχεδιασμένη τελετουργία την εξέλιξη της οποίας θα παρακολουθήσει με μια διάθεση που μεταπίπτει από τον στοχασμό στην ειρωνεία και από την τρυφερότητα στη σκληρότητα ο συγγραφέας- τρυπώνει εκείνο το πετραδάκι που τόσο φοβάται η οικοδέσποινα και που απειλεί με αποσυντονισμό, αν όχι με ολοκληρωτική διάλυση τον μηχανισμό. Από ατυχή σύμπτωση οι συνδαιτυμόνες που θα συγκεντρωθούν γύρω από το τραπέζι της θα είναι δεκατρείς - θανάσιμο ατόπημα για τους προληπτικούς, δυσάρεστη αναποδιά για τους ορθολογιστές, οι οποίοι, θέλοντας και μη, οφείλουν να επιδείξουν σεβασμό προς τη δεισιδαίμονα παράδοση για λόγους αβρότητας προς τους ελαφρόπιστους.
Κι έτσι, επιστρατεύεται η υπηρέτρια του σπιτιού, η αραβικής καταγωγής Σόνια, μια χαριτωμένη νεαρή μουσουλμάνα που εργάζεται για να πληρώσει τις σπουδές της στην ιστορία της τέχνης, να παρακαθήσει στο δείπνο ως η δέκατη τέταρτη προσκεκλημένη της βραδιάς.
Μολονότι η παρουσία «δεκατριών στο τραπέζι» δεν σημαίνει ότι «κάποιος από εμάς είναι ερωτευμένος», όπως λέει ο Κουλίγκιν στις «Τρεις Αδελφές» του Τσέχωφ, η εμφάνιση της Σόνιας αναστατώνει την τάξη σαν ξαφνικός έρωτας, μεταβάλλοντας ισορροπίες και ανατρέποντας προσδοκίες, μετατοπίζοντας τη συζήτηση, αφυπνίζοντας μεροληψίες ή αμφισβητώντας προκαταλήψεις, διεγείροντας πολλαπλώς τη συνάθροιση των μεγαλοαστών στην τραπεζαρία της κυρίας Ντυ Βιβιέ.
Εξαιρετικό το τέχνασμα του Ασουλίν προκειμένου να μιλήσει για το οικείο και το ξένο, το γηγενές και το αλλοδαπό, το γνώριμο και το αλλότριο, και να εξηγήσει με δυο μονάχα λόγια πόσο γόνιμη υπήρξε για τη Γαλλία η ενσωμάτωση των μεταναστών για να αξιοποιήσει ευφυώς τον πλούτο και τη δημιουργική διαφορά της ετερότητας:
«Η ψυχή της Γαλλίας ήταν πάντα οι ξένοι της», λέει η όμορφη, καλλιεργημένη Σόνια, επιμένοντας στην ιδέα μιας «Γαλλίας του διαφωτισμού, πάντα φωτισμένης». «Αυτοί είναι που την επαναφέρουν στο μεγαλείο της, επειδή γι’ αυτό την αγαπούν. Πρέπει πάντα να κάνεις περισσότερα απ’ ό, τι οι Γάλλοι για να ελπίζεις να γίνεις εντελώς Γάλλος, χωρίς ωστόσο να αρνείσαι τον εαυτό σου».
Δηλητηριώδες σχόλιο
Πώς λοιπόν μπορεί ο Ελληνας να διαβάσει τους «Προσκεκλημένους» του Πιερ Ασουλίν, αυτό το λεπτό έργο δωματίου; Πρώτα απ’ όλα σαν μια διασκεδαστική αφήγηση, που ευτύχησε να μεταφερθεί στη γλώσσα μας από μια ιδιαίτερα επιδέξια μεταφράστρια. Αν αναζητήσει τις συγγένειες του βιβλίου με το σινεμά, θα το απολαύσει σαν ένα δηλητηριώδες σχόλιο στη μεγαλοαστική νοοτροπία, με υπόρρητο πρότυπο την «Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» του Μπουνιουέλ (ιδιαίτερα ως προς την εξαιρετικά δεξιοτεχνική σκιαγράφηση των πορτρέτων των συνδαιτυμόνων - από την εμμονική με την πλαστική χειρουργική Συμπίλ Κοστιέρ ως τον διανοούμενο εστέτ Στανισλάς Σεβιλιάνο - και την ανελέητη έκθεση της έπαρσης και της επιτήδευσής τους, της δολιότητας και της μικρότητάς τους), ή σαν μια αποτύπωση των άγριων ενδοοικογενειακών μυστικών (αν μια κοινωνική τάξη αποτελεί, με τον τρόπο της, ένα είδος οικογένειας) όπως η καθηλωτική «Οικογενειακή Γιορτή» του Σουηδού Τόμας Βίντερμπεργκ.
Αν πάλι το προσεγγίσει σαν μυθιστόρημα ιδεών (μια ανάγνωση την οποία θεωρώ προσφορότερη) θα το διαβάσει σαν ένα στοχασμό για τη μετανάστευση και τον αποκλεισμό, σαν ένα μάθημα στην αποδοχή. Γιατί στο τραπέζι της Ντυ Βιβιέ αταίριαστη «προσκεκλημένη» δεν είναι μόνο η Σόνια. «Πάντα υπάρχει κάποιος περισσότερο προσκεκλημένος από σένα» σκέφτεται η νεαρή σπουδάστρια ιστορίας της τέχνης, με το μυαλό της στους αέναους νομάδες της ανθρώπινης ιστορίας, τους Εβραίους - κι αυτή η σκέψη, τρομακτική αν την συλλάβεις σ’ όλη της την έκταση, προσώρας τουλάχιστον την παρηγορεί.
|